Διαβάζετε τώρα
12-13 Απριλίου 1822. Νικηφόρα μάχη των Κρητών στις Μέλαμπες Ρεθύμνης

12-13 Απριλίου 1822. Νικηφόρα μάχη των Κρητών στις Μέλαμπες Ρεθύμνης

  • του Θεόδωρου Στ. Πελαντάκη

Η μάχη στο Κακό Ρυάκι Μελάμπων

Κατά τον Απρίλη του 1822 ο αγάς Χάνιαλης θέλησε να προσφέρει εκδούλευση στον πασά του Ηρακλείου. Γι’ αυτό συγκέντρωσε και εξόπλισε 2000 άνδρες με σκοπό να λεηλατήσει τις Μέλαμπες και τα γύρω χωριά. Ανενόχλητος διέσχισε τη Μεσαρά, όπου η επανάσταση δεν είχε εδραιωθεί, και στρατοπεύδευσε κοντά στο Τυμπάκι. Διάλεξε να επιτεθεί στα χωριά τη νύχτα του Μ. Σαββάτου για να πετύχει τους Μελαμπιανούς στο χωριό, την ώρα της καθιερωμένης λειτουργίας για την Ανάσταση. Ήταν τακτική των Τούρκων να αιφνιδιάζουν τους Χριστιανούς σε ώρες θρησκευτικών Ακολουθιών. Έτσι, μια μέρα νωρίτερα, τη Μ. Παρασκευή, 11 Απριλίου 1822, Τούρκοι άτακτοι επιτέθηκαν στο Κανλί Καστέλι (Προφήτης Ηλίας Ηρακλείου) κατά την ώρα της Ακολουθίας των Ωρών και έσφαξαν μέσα στην εκκλησία τον ιερέα και 30 άνδρες που εγκλώβισαν εκεί.

Οι Μελαμπιανοί είχαν αόριστες πληροφορίες για συγκέντρωση στρατού στη Μεσαρά και είχαν την έγνοια τους. Παρατηρητής (βιγλάτορας) ή βοσκός που διανυκτέρευε στο λόφο του Λαυρασού, διέκρινε στο σκοτάδι της νύχτα σπίθες στο γυρογιάλι, μετά τον Κόκκινο Πύργο. Αμέσως υπέθεσε ότι ήταν σπίθες από τα πέταλα των αλόγων που βάδιζαν παραλιακά με κατεύθυνση προς το χωριό. Γι’ αυτό ειδοποίησε (με πυροβολισμό ή με άναμμα φωτιάς) και η είδηση ταχύτατα μεταδόθηκε στις Μέλαμπες και τα γύρω χωριά. Ακόμη και αν η βροχή επέτρεψε να ανάψουν φωτιές συνθηματικές και τις είδαν οι Τούρκοι, θεώρησαν ότι οφείλονται στο «κάψιμο του Ιούδα» (έθιμο που σώζεται και σήμερα), όταν ακούστηκε το «Χριστός ανέστη…». Γι’ αυτό ανυποψίαστοι προχώρησαν· άλλωστε δεν ήταν οργανωμένος στρατός, αλλά άτακτοι. Πέρασαν τον Πλατύ ποταμό και άρχισαν να ανηφορίζουν προς τις Μέλαμπες, όταν άρχισε να βρέχει δυνατά. Ο Χάνιαλης δεν σκέφτηκε καμιά άλλη λύση, παρά τη συνέχιση της πορείας για λαφυραγώγηση και καταστροφή των χωριών.

Οι επαναστάτες, που είχαν κάμει το δικό τους σχέδιο άμυνας και απόκρουσης και πολλοί από αυτούς φύλαγαν το κατάλληλο σημείο της διαδρομής στο Κακό Ρυάκι, ενισχύονταν συνεχώς από άντρες που ήλθαν από τις Μέλαμπες, την Κρύα Βρύση και τα Σαχτούρια. Ήταν ένα είδος πανστρατιάς, από την οποία δεν έλειψε κανείς. Ο οπλισμός τους ήταν πέτρες μεγάλες και μικρές, μαζεμένες δεξιά και αριστερά του δρόμου – ρυακιού στο πιο στενό και βαθύ σημείο της διαδρομής. Ήταν ακόμη βέργες, χουρχούδες, ξύλα κατάλληλα, μαχαίρια και σπαθιά. Ίσως υπήρχαν και λίγα όπλα εμπροσθογεμή, τα οποία είχε σχεδόν αχρηστεύσει η ακατάπαυστη βροχή. Ήταν ο δέκατος μήνας από την έναρξη της επανάστασης στην Κρήτη και σε αυτή την απόμερη από τα επαναστατικά κέντρα περιοχή δεν είχαν φτάσει ακόμη όπλα. Τα λιγοστά που είχαν εξοικονομηθεί από νίκες, όπλιζαν επαναστάτες κοντά στα επαναστατικά κέντρα των Χανίων και του Ρεθύμνου.

Όταν οι Τούρκοι προχώρησαν με τα εφόδια και τα ζώα τους στην περιοχή που οι επαναστάτες είχαν οργανώσει την άμυνα, δέχτηκαν αιφνίδια την επίθεση. Η παράδοση αναφέρει διάφορες εκδοχές.

Πιθανότερη θεωρώ την παρακάτω άποψη: Ορισμένοι ψυχωμένοι χριστιανοί έβαλαν τούρκικα ρούχα και μιλώντας τούρκικα μπήκαν ανάμεσα στους ανυποψίαστους Τούρκους, που αιφνιδιασμένοι από την απροσδόκητη επίθεση μέσα στο σκοτάδι και τη βροχή, πανικοβλήθηκαν, τα έχασαν. Ο ένας από τους επαναστάτες, ο Ιωάννης Ασουμανής από την Κρύα Βρύση, κατόρθωσε να εντοπίσει στο σκοτάδι τον αρχηγό αγά Χάνιαλη και να τον σκοτώσει: «διά λίθου ετίναξε αυτόν νεκρόν από του ίππου».

Αμέσως έγινε αποκορύφωση της σύγχυσης και του πανικού των Τούρκων, που αναζήτησαν τη σωτηρία τους στη φυγή. Ο δρόμος όμως ήταν στενός και πολύ κατηφορικός. Μπλέχθηκαν άνθρωποι με ζώα, με νεκρούς, με τραυματίες. Οι χριστιανοί επαναστάτες ήταν σε θέση ευνοϊκή από κάθε άποψη, γι’ αυτό συνέχισαν την καταδίωξη και εξόντωση των πανικόβλητων εχθρών επί πολλή ώρα και σε διάστημα μερικών χιλιομέτρων μέχρι και τον Πλατύ ποταμό, ο οποίος είχε ήδη φουσκώσει από τη βροχή και είχε καταστεί αδιάβατος, ώστε σ’ αυτόν επνίγηκαν πολλοί Τούρκοι. Απολογισμός: νεκροί 1400 Τούρκοι και 120 χριστιανοί.

Πληροφορίες για τη μάχη έχουμε δυστυχώς μόνο από την προφορική παράδοση. Σύμφωνα με αυτή, διασώθηκαν μόνο τέσσερα ονόματα ανδρών που διακρίθηκαν στη μάχη: Φουτοδάσκαλος (Γεώργιος Φωτάκης) αρχηγός, Μπαργιάτης (Νικόλαος Μπαγιαρτάκης), Τρουλλινός (Νικόλαος Τρουλλινός) και Ασουμανής. Τη μεγάλη δόξα κατέκτησε ο Ασουμανής, που σκότωσε τον αγά Χάνιαλη. Και οι τέσσερις επέζησαν και άφησαν απογόνους.

Η προφορική παράδοση δεν φιμώνεται και η συλλογική μνήμη δύσκολα λησμονά γεγονότα τόσο τραγικά. Ακόμη και σήμερα θυμούνται στις Μέλαμπες, στην Κρύα Βρύση και στα Σαχτούρια και διηγούνται για τη μάχη και τους πρωταγωνιστές της. Απόρροια της ανάμνησής της είναι το παρακάτω ιστορικό τραγούδι που διέσωσε ο Βαρδής Τσιράκης από τις Μέλαμπες:

Σφαγή που έχει ξεχαστεί θα σας αναστορήσω

κι ό,τι μου είπαν οι παλιοί εδώ θα ιστορήσω.

να μάθετε ίντα ‘γινε στο Ροθινό ρυάκι

οι Τούρκοι το πιαν εκειδά άφθονο το φαρμάκι…

Ο Χάνιαλης τσι Μέλαμπες εβάλθη να κουρσέψει

όμως ο Φουτοδάσκαλος τον είχε παγιδέψει

Ο γέρο Φουτοδάσκαλος χωσά τού είχε κάνει

μ’ ένα μονάχα κοφτερό στο χέρι γιαταγάνι.

Θέλει να σφάξει τ’ άγριο, του Χάνιαλη τ’ ασκέρι

τον τρόμο σ’ όλη την Τουρκιά τση Μεσαράς να φέρει.

Γι’ αυτό σε χρόνο λιγοστό μάζεψε τους γενναίους

απ’ όλη την περιοχή γέρους, παιδιά και νέους.

Κι όλοι στα χέρια άρπαξαν τα δίστομα μαχαίρια

για να μην πέσουν ζωντανοί στου Χάνιαλη τα χέρια

και τρέξαν σαν την αστραπή στου μακελιού το χώρο

πολλές να δώσουν μαχαιριές στους τύραννους για δώρο.

Κείνο το Μέγα Σάββατο, στσι δώδεκα του Απρίλη,

Τούρκοι στη μάχη έπεσαν νεκροί πλια παρά χίλιοι.

Επέσαν και Μελαμπιανοί στση μάχης το πεδίο

σ’ αυτή τη φοβερή σφαγή λένε διακόσοι δύο.

Σκοτώθηκε ο Χάνιαλης των Τούρκων το καμάρι,

τση Μεσαράς το φοβερό κι αμέρωτο λιοντάρι.

Ασουμανής τον σκότωσε εις τση σφαγής την πάλη

με τη χατζάρα τού παιξε μια μόνο στο κεφάλι.

Φεύγουν οι Τούρκοι σαν λαγοί, στη Μεσαρά γυρίζουν

όμως τη νίκη στο χωριό δεν την πανηγυρίζουν.

Όλοι θρηνούνε τσοι νεκρούς που πέσανε στη μάχη

και το Θεό παρακαλούν άλλο κακό μη λάχει.

Νίκησαν οι Μελαμπιανοί κι εδόξασαν την Κρήτη

Ετσά σφαγή δεν έγινε ως τότε στον πλανήτη,

με τόσο λίγους χριστιανούς και Τούρκους δυο χιλιάδες

μπέηδες και νιζάμηδες και Καστρινούς αγάδες.

Μα δεν το διαλαλήσανε, ούτε το καυχηθήκαν

σαν γεγονός ασήμαντο στη λησμονιά τ’ αφήκαν.

Γι αυτό και γράφω το παρόν, αφού δεν γράψαν άλλοι

για τη σφαγή στο Ροθιανό το ρυάκι τη μεγάλη

Το μακελειό που έγινε εις τη σφαγή εκείνη

ποτέ δε θα λησμονηθεί, αιώνια θα μείνει.

Μέλαμπες 22-3-1936, ημέρα Κυριακή. Βαρδής Τσιράκης»


Η μάχη στο Κακό Ρυάκι και οι Τέσσερις Μάρτυρες

Οι Τέσσερις Μάρτυρες (Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος, Νικόλαος) ήταν από τις Μέλαμπες. Το επώνυμό τους ήταν Βλατάκης και, όταν ο ένας πρόγονός τους άλλαξε θρήσκευμα, πήρε το επώνυμο Ρετζέπ(ης). Πιθανόν να άλλαξε θρήσκευμα για να σώσει τη ζωή τη δική του και της οικογένειάς του, μετά τις φοβερές διώξεις που έκαμαν οι Τούρκοι μετά την καταστολή της επανάστασης, όχι μόνο στα Σφακιά αλλά και στην επαρχία Αγίου Βασιλείου, σύνορο των Σφακίων. Οι διώξεις επεκτάθηκαν και στη Μεσαρά που συνορεύει με την περιοχή που μας απασχολεί. Οι απόγονοι εκείνου ήταν φανερά μουσουλμάνοι και κρυφά χριστιανοί. Παράλληλα με τα τουρκικά ονόματα είχαν, στην επικοινωνία τους με τους χριστιανούς των Μελάμπων, χριστιανικά ονόματα.

Ο Αγγελής και ο Μανουήλ ήταν αδέρφια. Ο Γεώργιος και ο Νικόλαος ήταν πρώτα ξαδέρφια μεταξύ τους και δεύτερα ξαδέρφια με τον Αγγελή και Μανουήλ.. Όλοι ήταν παντρεμένοι φανερά με τα μουσουλμανικά έθιμα και μυστικά με χριστιανικό γάμο.

Από συνδυασμό στοιχείων και χρονικών περιορισμών που διέσωσε η προφορική παράδοση, μπορεί να βγει αβίαστα το συμπέρασμα ότι εκείνοι οι τέσσερις Μελαμπιανοί κρυπτοχριστιανοί πήραν μέρος στη μάχη στο Κακό Ρυάκι, στην πανστρατιά όλων των κατοίκων των Μελάμπων και των γύρω χωριών.

Σύμφωνα με την παράδοση, μετά τη μάχη κρύφτηκαν επί ένα έτος σε σπήλαιο ασφαλές και απόμερο, για να χαθούν τα ίχνη τους από τους Τούρκους, που τους αναζητούσαν επίμονα και ανυποχώρητα για να τους τιμωρήσουν, αφού τάχθηκαν με τους χριστιανούς για την αντιμετώπιση των Τούρκων του Χάνιαλη στο Κακό Ρυάκι. Τρόφιμα και εφόδια τους έδινε ο ιδιοκτήτης της περιοχής εκείνης Πετρακάκης από την Κρύα Βρύση. Τελικά αναγκάστηκαν να παρουσιαστούν στον πασά του Ρεθύμνου το 1823, όταν πληροφορήθηκαν ότι οι Τούρκοι θα σκότωναν όλους τους συγγενείς τους, που ζούσαν στις Μέλαμπες, αν δεν εμφανιζόταν αυτοί. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση φυλακίστηκαν επί 11 μήνες στο Ρέθυμνο και, ύστερα από την ομολογία τους ότι είναι χριστιανοί και δεν θέλουν να αλλαξοπιστήσουν, εκτελέστηκαν με αποκεφαλισμό στο Ρέθυμνο στις 28 Οκτωβρίου 1824.

Μετά τη μάχη οι νικητές θρήνησαν και έθαψαν τους νεκρούς τους. Μάζεψαν και φύλαξαν τα πολύτιμα λάφυρα της μάχης, ιδίως τα όπλα, το μολύβι και το μπαρούτι που ήταν σπάνια και πολύτιμα για τη συνέχιση του αγώνα. Με την πολεμική πείρα που απέκτησαν σε αυτή την αναμέτρηση βοήθησαν στον κοινό αγώνα μέχρι το 1830.

Η Κρήτη όμως έμεινε έξω από τα όρια του Ελληνικού κράτους, μέχρι το Δεκέμβριο του 1913, οπότε και ενσωματώθηκε επίσημα σ’αυτό.

View Comments (0)

Leave a Reply

Your email address will not be published.