Διαβάζετε τώρα
9 Αυγούστου 1822. Η νικηφόρα Μάχη του Αετού Ξηρομέρου

9 Αυγούστου 1822. Η νικηφόρα Μάχη του Αετού Ξηρομέρου

  • Δημήτρη Στεργίου, «Σελίδες από τον ξεσηκωμό του ΄21 στην Ακαρνανία», Αθήνα 1971

«Το 1822, η επανάσταση στη Δυτική Ελλάδα είχε φουντώσει στα καλά. Το κλέφτικο καριοφίλι διαλαλούσε παντού τον ερχομό της λευτεριάς και μέσα από τη μπαρουτόσκονη θαρρούσες πώς έβγαιναν τετρακοσίων χρόνων βάσανα.

Το καλοκαίρι εκείνο του 1822, ο Ομέρ Βρυώνης ετοιμαζόταν με απολυάριθμο στρατό να πνίξει την επανάσταση και να συνεχίσει την πορεία του προς την Πελοπόννησο. Ο Κιουταχής με τον Ισμαήλ Πλιάσσα αποβιβάστηκαν με 7.000 άνδρες στο Λουτράκι Ξηρομέρου, ενώ ο ίδιος ο Βρυώνης θα περνούσε το Μακρυνόρος και θα κατέβαινε προς τα κάτω πλημμυρίζοντας τη Δυτική Ελλάδα με τα στίφη του.

Οι οπλαρχηγοί Γ. Βαρνακιώτης, Θ. Γρίβας, Γ. Τσόγκας (Ελληνόβλαχος) και Μάρκος Μπότσαρης κάνανε σύναξη στο χωριό Τρύφου του Ξηρομέρου και αποφάσισαν να χτυπήσουν τον εχθρό. Το στρατηγικό σχέδιο του Βρυώνη ήταν άριστο, αφού προσπάθησε να αιχμαλωτίσει και τα γυναικόπαιδα που είχαν καταφύγει στο νησί Κάλαμος. Ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Ο Γρίβας προχώρησε για το Λουτράκι. Ήθελε μ΄ αυτόν τον τρόπο να αιφνιδιάσει τους Τούρκους, αλλά τη νύχτα συνάντησε τα πυρά των εχθρών και επέστρεψε στο χωριό Τρύφου.

Ο χείμαρρος των Τούρκων κατέκλυζε τη χώρα. Οι οπλαρχηγοί μας πιάσανε τους δύο λόφους του Αγίου Ηλία και του Αγίου Νικολάου, κοντά στον Αετό. Η ιστορία γύρισε αρκετά χρόνια πίσω και ετοιμαζόταν για νέες Θερμοπύλες. Μπροστά στον κίνδυνο της χώρας, οι Έλληνες πρόβαλαν τα γρανιτένια στήθη τους για να δείξουν πως στον τόπο τούτο μόνο γίγαντες γεννιούνται. Το χωριό Κατούνα Ξηρομέρου πυρπολήθηκε και οι καπνοί φούντωσαν στη χώρα των αρχαίων «σφενδονητών».

Ο Γρίβας, ο Τσόγκας και ο Μπότσαρης έτρεξαν έξω από τους λόφους για να συναντήσουν τους Τούρκους του Βρυώνη, ενώ ο Βαρνακιώτης βρισκόταν στην κορυφή του λόφου του Αγίου Νικολάου. Η προέλαση του Γρίβα στον κάμπο είχε σα συνέπεια να συγκρουσθεί με τις εμπροσθοφυλακές των Τούρκων και τη στιγμή τούτη η φυσιογνωμία του Γρίβα εμεγαλούργησε. Μπροστά στον τόσο μεγάλο όγκο του στρατεύματος του εχθρού, οι άλλοι Έλληνες γύρισαν στον Άγιο Νικόλαο. Ο Γρίβας έμεινε με ογδόντα άνδρες στον Άγιο Ηλία και εκεί αποφάσισε να πέσει σαν άλλος Λεωνίδας. Ο περίφημος αυτός αητός του Ξηρομέρου
κάθισε για λίγο, χαμήλωσε τα ζωηρά μάτια του σα να ήθελε να αντλήσει δύναμη από τη γη των πατέρων του, κι ύστερα μέσα στο ποδοβολητό έκραξε την ιστορία.

Κάτω από τη σκιά της εκκλησίας του Αγίου Ηλία φάνταζε να ανασταίνει αιώνες κι από απέναντι μια σπίθα ιερή έβγαινε από το ιερό του Αγίου Νικολάου, γεμίζοντας τον δύναμη. Μια φωνή φτερούγισε από τα βάθη των αιώνων και στήθηκε στου Αετού τη χώρα» «Μολών λαβέ». Κι ύστερα η καθαρή φωνή του Γρίβα που αντήχησε στα φαράγγια και σάρωσε τόσων χρόνων καρτερικής σκλαβιάς. – Όποιος θέλει να πεθάνει για την πατρίδα ας μείνει μαζί μου, είπε.

Και η ίδια η φωνή ακούστηκε και πάλι από ογδόντα ψυχές. – Μαζί σου, στρατηγέ, θα πεθάνουμε για την πατρίδα.

Οι ογδόντα του Γρίβα μάζεψαν κοτρώνια για οχυρώματα και έτοιμοι πια υποδέχτηκαν τα εχθρικά στίφη. Από εκεί και πέρα όλα ανήκουν στην ιστορία. Κι εκείνη κάθισε απέναντι και θαύμαζε την αλυσίδα των ηρωικών παιδιών κράζοντας:

«Ω, τριακόσιοι σηκωθείτε

Και να ξανάλθετε με μας,

Τα παιδιά σας θέλετ΄ιδείτε

Πόσο μοιάζουνε με σας».

Εννιά ώρες κράτησε η μάχη. Ο Γρίβας ζωντάνεψε νέες σελίδες. Εννιά ώρες μεγάλης μάχης και πάλης σώμα με σώμα δεν μπορούν να μη γεννήσουν θρύλους, να μην ορθώσουν τρόπαια και να μην ακούσουν το τραγούδι της λεβεντιάς. Οι Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή, αφού άφησαν στο πεδίο της μάχης αρκετούς νεκρούς. Η θρυλική εκείνη Μάχη του Αετού αποτελεί νέο ορόσημο στην ιστορία του Γένους και μάλιστα στις αρχές της Επανάστασης. Ο Αλέξ. Σούτσος ύμνησε το κατόρθωμα αυτό του Γρίβα με τους παρακάτω στίχους:

«… Ελλήνων φέρνει οκτώ δεκάδες

εις τον υψίκρημνον Αετόν

και Τούρκους δώδεκα χιλιάδες

κτυπά ο νέος Γρίβας πετών.

Βοά η μία κι ΄η άλλη ράχη

κρατεί εννέα ώρες η μάχη,

και όταν φθάνη αυτός ασθμαίνων

μετά την νίκην, δίχως πληγήν,

ως λύκος έχει αιματωμένον

το πρόσωπόν του από σφαγήν».

Αλλά και ο Π. Σούτσος στο δράμα του « Καραϊσκάκης» πάλι με στίχους υμνεί τον αητό του Αετού:

«Πλήν εις τον Αετόν, πασά,

σεις μετά τρεις ημέρας

το βάρος της ελληνικής

αισθάνθητε μαχαίρας.

Με τα οστά σας ύψωσε

πυραμιδίνας στίβας

ο του Κομπότι νικητής

Θεόδωρος ο Γρίβας».

View Comments (0)

Leave a Reply

Your email address will not be published.