Διαβάζετε τώρα
2 Οκτωβρίου 1827. Θάνατος φιλέλληνα Φρειδερίκου Νορθ

2 Οκτωβρίου 1827. Θάνατος φιλέλληνα Φρειδερίκου Νορθ

  • πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Δ. Μεταλληνού

ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΟΣ-ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΙΛΦΟΡΝΤ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΥΕΡΓΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

1.Το Πρόσωπο

Ο Φρειδερίκος Γκίλφορντ (Frederick North Guilford) γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 7 Φεβρουαρίου 1766. Ήταν τριτότοκος γιός του Βρετανού πρωθυπουργού Φρέντερικ Νόρθ Guilford. Ο πατέρας του πρωταγωνίστησε ως κορυφαίος πολιτικός της πατρίδας του κατά την περίοδο της αμερικανικής (1775-83) και της γαλλικής (1789) επανάστασης. Ο Φρειδερίκος ήταν ο «πέμπτος» Κόμης  (EARL) του Γκίλφορντ», μετά δε τον θάνατο των δύο μεγαλύτερων αδελφών του κληρονόμησε τον τίτλο και την μεγάλη περιουσία. Ήταν ευφυέστατος και μετά από λαμπρές σπουδές, κλασσικές και νομικές, έγινε διδάκτορας της Νομικής στην Οξφόρδη. Ήταν γνώστης των Αρχαίων (Ελληνικά-Λατινικά) και χρησιμοποιούσε, μεταξύ άλλων, σε τέλειο βαθμό τα Ιταλικά, τα Γαλλικά, τα Ισπανικά, τα Γερμανικά και τα Ρωσικά, έμαθε δε και τα Νέα Ελληνικά. Με τις κλασικές σπουδές του αγάπησε την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό της, ιδιαίτερα δε τον Όμηρο. Ήταν ευρύτατα γνωστός ως φιλέλληνας. Παράλληλα ήταν μια πολύ ευαίσθητη και έντονα θρησκευτική φύση.

Μεταξύ των ετών 1788 και 1792 επιχείρησε μακρά περιοδεία στη Μεσόγειο, Γαλλία, Ιταλία, την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, τη Σμύρνη, την Αλεξάνδρεια, και την Κύπρο, έφθασε δε και στην ενετοκρατούμενη Κέρκυρα (1791). Υπηρέτησε τη Χώρα του μέσα από διάφορες υπεύθυνες θέσεις. Τα έτη 1792-94 ήταν μέλος της Βουλής των Κοινοτήτων και μεταξύ 1794-98 εντάχθηκε στη βρετανική δημόσια Υπηρεσία. Τα έτη 1798-1805 υπήρξε Διοικητής Κεϋλάνης, με πλούσια ευεργετική δράση. Οι Έλληνες τον αγάπησαν ιδιαίτερα και το 1814 εκλέχθηκε πρώτος Πρόεδρος της «Φιλομούσου Εταιρείας» των Αθηνών.

Το 1815 εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα και το ίδιο έτος γνώρισε τον Ιωάννη Καποδίστρια (1766-1831) στη Βιέννη, με τον οποίο συνδέθηκε στενά λόγω των κοινών του ενδιαφερόντων. Εκεί αντάλλαξαν απόψεις για την οργάνωση της παιδείας στα Ιόνια Νησιά. Το 1820 ονομάσθηκε Άρχων της Παιδείας στα Επτάνησα και επέδειξε ιδιαίτερη μέριμνα για την οργάνωση της Εκπαίδευσης. Τότε άρχισε και τις προσπάθειες-αγώνες καλύτερα-για την ίδρυση Πανεπιστημίου κατά τα σύγχρονα ευρωπαϊκά πρότυπα. Μόνιμο ενδιαφέρον του η αποκατάσταση του Ελληνισμού, η «παλιγγενεσία» του. Όλα δε αυτά παρά τις συνεχείς αντιδράσεις των Βρετανών και ιδιαίτερα του Αρμοστή Τόμας Μαίτλαντ. Τα Ιόνια Νησιά ήσαν βρετανικό Προτεκτοράτο (1815-1864), δηλαδή υπό βρετανική διοίκηση. Με την επιμονή του όμως και τους αγώνες του προς κάθε κατεύθυνση, τον Νοέμβριο 1823 άρχισαν τα προκαταρτικά μαθήματα της Ακαδημίας (Πανεπιστημίου) και από τον Μάϊο 1824 η κανονική της λειτουργία. Το μεγάλο όνειρο του Γκίλφορντ εξεπληρώθη. Απεβίωσε στις 2/14 Οκτωβρίου 1827, μετά από ένα από τα συνήθη ταξίδια του στην προγονική εστία.

2. Φιλέλληνας «άλλου είδους»

Ο Γκίλφορντ θαυμάζεται και επαινείται για τον φιλελληνισμό του. Ακόμη δε και επιφανείς Λόγιοι έχουν δεχτεί ότι ο Γκίλφορντ υπήρξε φιλέλληνας «στο επίπεδο του Byron” (G. P. Henderson). Μια τέτοια όμως θέση αδικεί τον Γκίλφορντ, μη αποδίδοντας όλη την αλήθεια. Ο φιλελληνισμός του Βρετανού Ευγενή προχώρησε πολύ μακρύτερα. Η αγάπη του για την Ελλάδα και την Ελληνικότητα είχε κάτι, που δεν απαντά στους γνωστούς Φιλέλληνες, που περιορίζονται στην Ελλάδα των κλασικών χρόνων ως αρχαιολάτρες. Ο Γκίλφορντ δέχθηκε την Ελλάδα σ’ όλη την ιστορική της διαχρονία, ασπαζόμενος την Ελληνικότητα στην πληρότητά της.

Με την μελέτη Πατερικών έργων στη Βενετία και κυρίως των βιβλίων του παραδοσιακού Θεολόγου και εκδότη πατερικών έργων, και μάλιστα αντιδυτικών, Δοσίθεου Πατριάρχου Ιεροσολύμων (+1707), δέχθηκε την Ορθοδοξία ως την μόνη αυθεντική συνέχεια της αποστολικής και πατερικής παραδόσεως και θέλησε να γίνει μέλος της. Αυτό πραγματοποιήθηκε στην Κέρκυρα (24 Ιανουαρίου 1791) με κανονικό βάπτισμα (τριπλή κατάδυση και ανάδυση). Κατηχητής του στην Κέρκυρα, που τον επηρέασε ευεργετικά ήταν ο παραδοσιακός Ορθόδοξος Γεώργιος Προσαλένδης. Κατά το βάπτισμά του έλαβε και το όνομα Δημήτριος και ως Φρειδερίκος/Φεδερίκος Δημήτριος εισήλθε στην Ορθοδοξία.

Με την είσοδο του Γκίλφορντ στην Ορθοδοξία ασχολήθηκε σε σπουδαία μελέτη  του ο Πανιερ. Μητροπολίτης Διοκλείας και καθηγητής της Ορθόδοξης Θεολογίας στην Οξφόρδη π. Κάλλιστος Ware. Κατ’ αυτόν ο Γκίλφορντ «είδε πόσο αδύνατον είναι να κατανοήσει κανείς την συνέχεια της Ελληνικής Ιστορίας χωρίς να δεχθεί το τμήμα εκείνο, που γράφθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ούτε ήταν απλώς ικανοποιημένος να θαυμάζει αυτή την Εκκλησία εξ αποστάσεως, αλλά έγινε ο ίδιος μέλος της κοινωνίας της». Η Ορθοδοξία του υπήρξε η πηγή των κινήτρων του στη συνέχεια για ό,τι δημιούργησε στο χώρο της Παιδείας, και αυτή προσφέρει τα ερμηνευτικά κλειδιά για την κατανόηση των ενεργειών του. Αυτό επιβεβαιώνεται από πρόσωπα, που τον γνώρισαν, ζώντας κοντά του.

Ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος-Ιακωβάτος (1795-1867), ένας από τους υποτρόφους του Γκίλφορντ και καθηγητής της Δογματικής Θεολογίας στην Ιόνιο Ακαδημία (1826-1839), στον «Επιτάφιο», και στην ουσία επιμνημόσυνο λόγο του για τον Μαικήνα της Ακαδημίας, αναφέρεται δημόσια στα τέλη του Γκίλφορντ: «Δύο ημέρας πρό του θανάτου του έλεγε να κινήση διά την Κέρκυραν και ότι εδώ ευρίσκει ανάρρωσιν και θεραπείαν· παρέδωκεν ευσεβώς το πνεύμα του λέγων τους εφεξής λόγους: «Ακαδημία, Κορφούς, τα Παιδιά μου». Ο Τυπάλδος αναφέρεται και στην «ευσέβεια» του Γκίλφορντ, επισημαίνοντας: «Από ταύτην επήγαζεν η φιλανθρωπία του, απ’ εδώ η συμπάθεια και επιείκεια· απ’ εδώ η σεμνότης εκείνη των ηθών, απ’ εδώ ο απαραδειγμάτιστος φιλελληνισμός του». Η ευσέβεια, ως συνισταμένη της σχέσης του Γκίλφορντ με την Ορθοδοξία, ήταν κατά τον Τυπάλδο «το κριτήριον των πράξεων και φρονημάτων του».

Πολύτιμες επίσης μαρτυρίες προσφέρει ο αδελφός του Κωνσταντίνου Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος (1813-1882), σπουδαστής στην Ιόνια Ακαδημία (1827-1837) και γνωστός πολιτικός αργότερα. Στο έργο του «Ιστορία της Ιόνιας Ακαδημίας» (έκδοση Σπύρου Ασδραχά, 1982) υπογραμμίζει για την βάπτιση του Γκίλφορντ: «Τέτοια πράξη, αν δεν εγίνηκε με όλην την ειλικρίνειαν της καρδιάς, μένει ανεξήγητη. Πώς ο Μιλόρδος έπραξε σε ρωμαίικον τρόπο πράμα, το οποίον δεν ήθελε καταδεχθή να πράξη έμπορος ρωμαίος μέσα στη Λόντρα». Το νόημα των λόγων του: Χωρίς ειλικρίνεια ήταν αδύνατο να επιχειρήσει κάτι τέτοιο ένας Άγγλος ευγενής!

Για τον Γ. Ιακωβάτο ισχυρότατη απόδειξη της ειλικρίνειας του Γκίλφορντ είναι και η συμπεριφορά του στην επιθανάτια κλίνη. Ο βαρειά άρρωστος Λόρδος ζήτησε επίμονα να λάβει τη Θεία Κοινωνία από ορθόδοξο ιερέα -πήγαν και έφεραν τον ρώσο εφημέριο του Λονδίνου- και αυτό μέσα στο ίδιο το οικογενειακό του περιβάλλον και παρά τις αντιδράσεις των συγγενών του. Ομολόγησε ενώπιον των Άγγλων συγγενών του την ορθόδοξη πίστη του.

Η είσοδος ενός επίσημου Άγγλου στην Ορθοδοξία απαιτούσε μυστικότητα, διότι υπήρχε ο κίνδυνος να χαρακτηρισθεί «αποστάτης εκ της πατρώας θρησκείας», αφού ήταν μέλος της High Church, της επίσημης Αγγλικανικής Εκκλησίας. Με την υπόδειξη και συγκατάθεση του Κατηχητή του, έμεινε «κρυπτοορθόδοξος», ακολουθώντας τον κανόνα: «Άρνησις μεν δεν πρέπει να γίνηται κατ’ ουδένα τρόπον, αλλ’ ουδέ βεβαίωσις ουδεμία, μόνον απόκρισις στερεά και αμετάθετος να παριστάνη άγνοιαν και ουδέν πλέον». Η βιωτή του όμως, γνωστή σε όλους, ήταν η μεγαλύτερη επιβεβαίωση της ορθόδοξης, κατά το αγιοπατερικό πρότυπο, ταυτότητάς του. Η εμμονή του στη δογματική πίστη της Ορθοδοξίας, αλλά και η σχέση του με τον τρόπο της υπάρξεώς της (νηστεία, άσκηση- πνευματικότητα, λειτουργική ζωή), επίσκεψη στο Άγιο Όρος και την Πόλη (Οικουμενικό Πατριαρχείο), και κυρίως η συμπεριφορά του ως μοναχού, επιβεβαίωναν την σχέση του με την Ορθοδοξία. Ορθότατα, λοιπόν, ο Κερκυραίος λόγιος και ιστοριοδίφης Λαυρέντιος Βροκίνης το 1877 καλεί τον Γκίλφορντ «γνήσιον τέκνον της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας».

3. Η «Ιόνιος Ακαδημία» και η Θεολογική Σχολή της.

Ο Γκίλφορντ ίδρυσε στην Κέρκυρα το πρώτο ελληνικό Πανεπιστήμιο (1824-1865) κατά τα ευρωπαϊκά ακαδημαϊκά δεδομένα. Ο αρμοστής Φρειδερίκος Άνταμ (1781-1853) έλεγε για τον Γκίλφορντ ότι «όλες οι τάσεις του Πανεπιστημίου είναι ελληνικές», υποδηλώνοντας έτσι τους στόχους του ιδρυτού της Ακαδημίας. Πράγματι, μόνιμη μέριμνα του Γκίλφορντ ήταν ελληνορθόδοξη πορεία όχι μόνο της Θεολογικής Σχολής, αλλά όλου του Πανεπιστημίου. Την ταύτισή του με αυτό φανερώνουν χαρακτηριστικές φράσεις, που επαναλάμβανε, ακόμη και στις υπηρεσιακές Εκθέσεις του: “My University” (το Πανεπιστήμιο Μου) και “My Boys” (τα παιδιά μου, δηλαδή οι φοιτητές). Η οργάνωση, ιδιαίτερα των θεολογικών Σπουδών, εντάχθηκε στο ιδεολογικό πλαίσιο, στο οποίο εκινείτο ο Γκίλφορντ, αναπτύσσοντας την εκπαιδευτική πολιτική του. Επιθυμία του ήταν το Πανεπιστήμιο, η «Ιόνιος Ακαδημία», να ενσαρκώνει όχι μόνο το «κλασικό», αλλά και το ελληνορθόδοξο ιδεώδες. Σε κάθε κίνησή του η Ορθοδοξία ήταν η καρδιά των οραματισμών του. Αν όμως για τις υπόλοιπες Σχολές στόχος του ήταν η «μετακένωση» της ευρωπαϊκής επιστήμης στον ελληνικό χώρο, για τη Θεολογική Σχολή η προσπάθειά του επικεντρωνόταν στο να μένει η προσφερόμενη Θεολογία στα πρότυπα της ορθοδόξου παραδόσεως, χωρίς όμως να υστερεί στο ελάχιστο σε επιστημονικότητα. Άλλωστε το πρωτεύον γι’ αυτόν ήταν η προσφερόμενη Θεολογία και όχι η επιστημονική μέθοδος. Δεν είναι περίεργο λοιπόν, που η πρώτη έδρα της Θεολογικής Σχολής ήταν (ορθόδοξη) Δογματική.

Το ενδιαφέρον του για την εφαρμογή του Προγράμματός του εκδηλωνόταν με την τακτική παρακολούθηση των παραδόσεων των Καθηγητών όλων των Σχολών και ιδιαίτερα του μαθήματος της Δογματικής. Ως προς την Θεολογική Σχολή ο οραματισμός του επικεντρωνόταν στην κατάρτιση «καλώς εκπαιδευμένων Κληρικών» (“Of well instructed Clergymen”). Μόνο πρόβλημά του ήταν όμως η διαφύλαξη όλης της Ακαδημίας από τις ανατρεπτικές ιδέες του Διαφωτισμού συναντώμενος στο σημείο αυτό με τον φίλο του Ιωάννη Καποδίστρια και το ανάλογο ενδιαφέρον του για τα ιδρυόμενα απ’ αυτόν σχολεία. Γι΄ αυτό ενδιαφερόταν για τη συμπεριφορά των Καθηγητών και τη σχέση τους με την ελληνορθόδοξη παράδοση. Αυτά τα κριτήρια εφάρμοζε και στην εκλογή των Καθηγητών του Πανεπιστημίου, που όλοι σχεδόν υπήρξαν υπότροφοί του.

Ως προς τη Θεολογική Σχολή δημιουργούσε κίνητρα για τη στροφή στις Θεολογικές Σχολές, αγωνιζόταν δε να κρατήσει στα χέρια του την παιδεία του Κλήρου στα όρια της ορθόδοξης παράδοσης. Εκινείτο με σοφία και διπλωματικότητα προς όλες τις κατευθύνσεις, κυρίως δε προς τους προϊσταμένους του, για να μη προκαλεί και ακυρώνονται οι στόχοι του. Ιδιαίτερα εκτιμούσε Καθηγητές, όπως ο κεφαλλονίτης δογματολόγος και κανονολόγος Κ. Τυπάλδος, διότι ήταν πιστός στις κατευθύνσεις που ο ίδιος ο Γκίλφορντ είχε καθορίσει.

Σημαντικό είναι ότι ο Γκίλφορντ μεριμνούσε εναγώνια για τη διάσωση εκκλησιαστικότητας, της διασύνδεσης δηλαδή με την τοπική Εκκλησία όλης της Ακαδημίας. Έτσι καθιέρωσε την μνήμη των Τριών Ιεραρχών (30 Ιανουαρίου) ως επίσημη γιορτή της Ακαδημίας. Δεν επέλεξε κάποια αρχαία θεότητα, για να θέσει υπό την προστασία της το Πανεπιστήμιο, αλλά τους καθιερωμένους από τον ΙΙο αιώνα Προστάτες της Ελληνικής Παιδείας. Η «Γλαύκα» έγινε σύμβολο του Πανεπιστημίου, αλλά «η προστασία του ανατέθηκε στους Ιεράρχες εκείνους, που συνέδεσαν αρμονικά την κλασική παιδεία με την «εν Χριστώ» αλήθεια.

Μετά τον θάνατο του Γκίλφορντ (Οκτώβριος 1827) η Ακαδημία θα ακολουθήσει την πορεία της σε ένα ανανεωμένο και σε πολλά αναθεωρημένο πλαίσιο μέχρι το κλείσιμό της (1865). Η όλη δράση του Γκίλφορντ τεκμηριώνει τον αυτοχαρακτηρισμό του ως «Ολόκληρου Έλληνα» (full Greek), διότι πέτυχε να ενσαρκώσει όλη την Ελληνικότητα, αναδεικνυόμενος αυθεντικός Ρωμηός, Ορθόδοξος δηλαδή Έλληνας στο φρόνημα και τη ζωή του.

(Πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, σελίδες 7-28,  στο ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ 2019, ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ, ΠΑΞΩΝ και ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ ΝΗΣΙΩΝ, ΕΤΟΣ ΛΓ΄. Έκδοση: Επικοινωνιακού και Μορφωτικού Ιδρύματος «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ» της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων.)

View Comment (1)

Leave a Reply

Your email address will not be published.