Διαβάζετε τώρα
25 Απριλίου 1821. Θάνατος Γιάννουζα Γιάννου, γιου της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας

25 Απριλίου 1821. Θάνατος Γιάννουζα Γιάννου, γιου της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας

Ο Ιωάννης – Γιάννος Γιάννουζας γεννήθηκε στις Σπέτσες το 1790 και είναι το πρώτο από τα τρία παιδιά του πλοιάρχου Δημητρίου Γιάννουζα και της θρυλικής Λασκαρίνας, της μετέπειτα Μπουμπουλίνας.  Ο πατέρας του χάθηκε πολεμώντας κατά των Αλγερίνων πειρατών (1797) και η Μπουμπουλίνα ξαναπαντρεύτηκε το 1801 τον επίσης σπετσιώτη, αλλά και πολύ πλούσιο καραβοκύρη Δημ. Μπούμπουλη. Μα και η δική του τύχη δεν ήταν καλύτερη, γιατί κι αυτός σκοτώθηκε πολεμώντας κατά των Αλγερίνων πειρατών το 1811.

Ο Γιάννος Γιάννουζας από μικρός ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα και από την αρχή της Επανάστασης τάχτηκε στο πλευρό της μητέρας του Λασκαρίνας. Ο γιος βοηθούσε υπέρμετρα τη μητέρα του στη μεγαλουργό δράση της. Για αρκετό χρονικό διάστημα πολιορκούσε το Ναύπλιο μαζί της, επιβαίνοντας στο ιδιόκτητο καράβι της «Αγαμέμνων».

Όταν στις 24 με 25 Απριλίου του 1821 πληροφορήθηκε ότι ο Κεχαγιάμπεης με ισχυρό στρατό κατευθύνεται στο Άργος, αφού ήρθε σε συνεννόηση με τους πολιορκητές του Ναυπλίου Δημήτριο Τσώκρη και τον Κρανιδιώτη Παπαρσένη Κρέστα, στρατοπέδευσε με ένα ολιγομελές σώμα Αργείων και Σπετσιωτών  στα πρόχειρα ταμπούρια που έφτιαξε κοντά στο χείμαρρο Χάραδρο ή Ξεριά, λίγα λεπτά έξω από το Άργος. Τα παλικάρια του Γιάννουζα ήσαν λίγα και απειροπόλεμα, ενώ οι επερχόμενοι κατά του Άργους τουρκαλβανοί του Κεχαγιάμπεη ήταν εμπειροπόλεμοι και τρεισήμισι χιλιάδες περίπου. Παρόλες, όμως, τις λυσσαλέες τους επιθέσεις για να καταλάβουν τα πρόχειρα ταμπούρια του Γιάννουζα, δεν κατόρθωσαν να τα χαλάσουν. Οι απώλειές τους ήταν μεγάλες. Παρόλα αυτά, ένα τμήμα του εχθρού με επικεφαλής τον περιβόητο για την παλικαριά του Βελήμπεη κατόρθωσε να πλησιάσει πολύ κοντά στα ταμπούρια του. Στο αντίκρισμα του Βελήμπεη, ο γιος της Μπουμπουλίνας πετιέται από το χαράκωμά του, του επιτίθεται, τον πληγώνει, τον ρίχνει κάτω από το άλογό του και αρπάζοντάς τον από τα  μαλλιά ετοιμάζεται να του κόψει το κεφάλι, όταν ένα βόλι τουρκαλβανίτικο τον πληγώνει θανάσιμα. Ο θάνατός του εξαγριώνει τους λίγους συντρόφους του και τους κάνει, αψηφώντας το θάνατο, να πεταχτούν όλοι έξω από τα ταμπούρια τους και να επιτεθούν με λύσσα στους Τουρκαλβανούς για να εκδικηθούν το θάνατο του αρχηγού τους. Μα είναι τόσο λίγοι και οι άλλοι τόσοι πολλοί, που σε λίγο το έδαφος στρώνεται από τα κορμιά τους.

Έτσι στον Ξεριά, με το γιο της Μπουμπουλίνας, τον Γιάννο Γιάννουζα, και τα παλικάρια του, γράφτηκε μία από τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας του Εικοσιένα, που μοιάζει μ’  εκείνη του Λεωνίδα με τους τριακόσιους στις Θερμοπύλες.

Το συγκεκριμένο περιστατικό μνημονεύει ως «αληθή φρικτό πόλεμο» ο Εμμανουήλ Κωνσταντίνου, αυτόπτης μάρτυς και πρωτόπειρος αγωνιστής της ένοπλης ομάδας που είχε σταλεί από τον Κολοκοτρώνη για να υποστηρίξει όσους μάχονταν στην περιοχή. Μετά την ήττα των Ελλήνων, οι πολεμιστές του Κεχαγιάμπεη μπήκαν στο Άργος, θανάτωσαν αμάχους, λεηλάτησαν περιουσίες. Όσοι κατόρθωσαν να διαφύγουν στους Μύλους βρήκαν προστασία στη μικρή ελληνική δύναμη που στρατοπέδευε εκεί, υπό τον Θ. Κολοκοτρώνη, τον Π. Μαυρομιχάλη, την Μπουμπουλίνα και άλλους οπλαρχηγούς, ενώ αναφέρεται ότι αρκετές οικογένειες μεταφέρθηκαν με διάφορα πλοιάρια στις Σπέτσες.

Η αποτυχία αυτή προκάλεσε την προσωρινή διάλυση της πολιορκίας του Ναυπλίου, ενώ τα τουρκικά στρατεύματα κατευθύνθηκαν σχεδόν ανενόχλητα προς την Τριπολιτσά, όπου έφθασαν στις 6 Μαΐου 1821. Μνημονεύοντας τον θάνατο του Γιάννουζα, ο ολλανδός  Tairbout de Marigny γράφει  ότι η Μπουμπουλίνα έτρεξε επιτόπου για να περισώσει  τα λείψανα του γιου της, γιατί οι Τούρκοι είχαν κόψει το κεφάλι του.

«Προσπαθεί , ανάμεσα στα πτώματα, να τον αναγνωρίσει και με το ίδιο της το χέρι θυσιάζει τρεις Τούρκους στο βωμό του. Η ίδια η Μπουμπουλίνα ενημέρωσε τη Διοίκηση των Σπετσών για το θλιβερό γεγονός με αυτά τα λόγια: “Ο γιος μου είναι νεκρός αλλά το Άργος έμεινε στα χέρια μας’’ (…)  Ύστερα από την υποχώρηση των Τούρκων έκοψε μερικά κομμάτια από την ενδυμασία των σκοτωμένων  Τούρκων και τα φύλαξε  ως κειμήλια».

Μαυροφορεμένη, με μαύρο μαντήλι στο κεφάλι, τη γνώρισε τότε και ο Kosterus, ένας γερμανός αξιωματικός στρατιωτικός που ταξίδεψε το 1821 από τη Μασσαλία για τον Μοριά· «μ’ όλο που πολλά από όσα γράφονται γι’ αυτή είναι υπερβολικά, πρόκειται για πραγματική πατριώτισσα», γράφει στο χρονικό του.

Μετά τον θάνατο του γιου της, η Μπουμπουλίνα επανήλθε με περισσότερο πείσμα στην πολιορκία του Ναυπλίου με τον «Αγαμέμνονα», που τώρα κυβερνούσε ο Αντώνιος Παργιανός. Παρέμεινε εκεί τουλάχιστον ως τον Αύγουστο του 1822.

View Comments (0)

Leave a Reply

Your email address will not be published.