Δημοσιεύτηκε στις 7 Απριλίου 1896 στην εφημερίδα «Ακρόπολις»
“Ακόμη αδυνατώ να συνοικειωθώ προς την ιδέαν, ότι ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν υπάρχει πλέον εν τοις ζώσιν, ότι ο κολοσσός ούτος της πολιτικής κείται νεκρός. Εξακολουθώ να τον φαντάζομαι πάντα ζώντα. Ο Τρικούπης εργαζόμενος, ο Τρικούπης μελετών και παρασκευαζόμενος δια τας εν τη Βουλή συζητήσεις, ήτο τι άξιον θαυμασμού. Ουδείς Έλλην ηδυνήθη να συστηματοποιήση την εργασίαν του και τας μελέτας του τόσον τελείως όσον αυτός· ήτο αυτή η τάξις προσωποποιημένη. Όλα τα έγγραφα, όλα τα έντυπα, όλα τα στοιχεία, τα απαιτούμενα διά την εργασίαν του ήσαν κατατεταγμένα με τόσην τάξιν, ώστε ουδέ δευτερόλεπτον έχανεν εις αναζήτησιν παντός ό,τι τω εχρειάζετο. Αλλ’ ούτε συνεσώρευε ποτέ επί του γραφείου του όγκους εγγράφων ατάκτως ερριμένων· ό,τι ήθελε το εύρισκε πάραυτα· ήνοιγεν ωρισμένον συρτάριον, ωρισμένον φάκελλον και τα ελάμβανε άνευ της ελαχίστης χρονοτριβής. Και είχεν τόσας χιλιάδας εγγράφων εκεί μέσα εις τα συρτάρια του! Αλλά το σπουδαιότερον είναι ότι ήξευρεν τι έπρεπε να μελετήση και πως· πράγμα ουχί εύκολον.
Όταν κατήρτιζεν εν νομοσχέδιον ή προπαρασκεύαζεν αγόρευσιν, την επί οιουδήποτε αντικειμένου, δεν ηρκείτο μόνον εις την συγκέντρωσιν και την μελέτην των επιχειρημάτων, δι’ ων ηδύνατο να τους αντικρούση. Ούτως ο Χ. Τρικούπης προπαρεσκεύαζεν όχι μίαν, αλλά τρεις αγορεύσεις επι του αυτού θέματος· μίαν την ιδικήν, μίαν την αντίθετον της ιδικής του, και τρίτην την αναιρούσαν ταύτην. Ούτω δε τεθωρακισμένος ήρχετο εις την Βουλήν και απεκδύετο εις την συζήτησιν με δύναμιν ακαταγώνιστον, με δύναμιν εκπλήττουσαν τους αντιθέτους. Αφού πρώτον ηγόρευεν αυτός, ήκουεν κατόπιν μεθ’ υπομονής και εν σιγή τας αγορεύσεις των αντιθέτων, χωρίς ποτέ να κρατήση καμμίαν σημείωσιν. Πολλάκις τους ήκουε υπομειδιών· έλεγες, ότι τους υπέβαλεν εις εξετάσεις, ότι ήσαν μαθηταί απαγγέλοντες μάθημά των ενώπιον του διδασκάλου. Και όταν αυτοί ετελείωναν, τότε χωρίς να έχη καμμίαν σημείωσιν υπ’ όψιν του ανεπήδα επί το βήμα και ανήρει εκ του προχείρου πάντας αλληλαδιαδόχως, χωρίς ν’αφίση το ελάχιστον επιχείρημα άνευ απαντήσεως. Ητο αληθής γίγας εν τη κοινοβουλευτική παλαίστρα.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης ου μόνον πολλά ανεγίνωσκεν, αλλά, όπερ σπουδαιότερον, και συνεκράτει, εις την μνήμην του τα πάντα. Το μνημονικό του ήτο ευρύτατον· εν τούτοις ο ίδιος ήτο αντιθέτου γνώμης· έλεγε πάντοτε ότι το μνημονικόν του δεν ηδύνατο να συγκριθή προς το του πατρός του. Όσον σύνοφρυς και βαρύς εφαίνετο εις τους μακρόθεν βλέποντας αυτόν, τόσον χαρίεις και ομιλητικός, τόσον φαιδρός και ευφυολόγος ήτο κατ’ ιδίαν. Μετά των σοφών ήτο σοφός, μετά των σπουδαίων σπουδαίος, μετά των ελαφρών ελαφρός· μετά των πολιτευομένων ωμίλει περί πολιτικών, μετά των φιλολόγων περί φιλολογίας, μετά των μαθηματικών περί μαθηματικών, μετά χημικών περί χημείας, μετά των αρχαιολόγων περί αρχαιολογίας, και εν πάσι τούτοις εθαυμάζετο διά τας μεγάλας γνώσεις του. Οι χρηματισταί τον εύρισκον εξ ίσου δυνατόν εις τα χρηματιστηριακά, οι καλλιτέχναι ήκουον παρ’ αυτού περί καλλιτεχνίας τόσα όσα ουδ’ αυτοί εγνώριζον, και οι φίλοι των ελαφρών μυθιστορημάτων εμάνθανον μετ’ εκπλήξεώς των, ότι ο υπό τοσούτων δυσκολιών βεβαρυμένος πρωθυπουργός εγίνωσκε περί των τελευταίων έργων του Δωδέ και του Ζολά όσα και αυτοί, αν μη πλείονα. Εν γένει δε εδείκνυε θαυμασίαν ενημερότητα εις όλα. Αι γυναίκες εξεπλήσσοντο εξ ίσου, ακούουσαι του σοβαρού πολιτευτού, του απερροφημένου εις τας οικονομολογικάς μελέτας, να ταις ομιλή περί των τελευταίων συρμών μετ’ ακριβείας και παρατηρητικότητος θαυμαστής.
Τίποτε αληθώς δεν τω διέφευγεν· εύρισκεν καιρόν δι’ όλα! Αι πολλαί και ποικίλαι σοβαραί εργασίαι του δεν τον απέτρεπον ποσώς από του να παρακολουθή τα πάντα και να είναι ενήμερος και εις αυτά έτι τα παραμικρότερα και ελαχίστης σημασίας πράγματα, α διαφεύγουσι συνήθως την προσοχήν πολλών άλλων, εχόντων πολύ ολιγωτέραν του Τρικούπη εργασίαν. Αλλά και προς τους κομψευομένους νεανίσκους ήξευρε να ομιλή περί της ενδυμασίας των και περί του λαιμοδέτου των και περί της χωρίστρας των. Όσον και αν συλλογίζωμαι, δεν κατορθώνω να εύρω κανέν μειονέκτημα, κανέν ελάττωμα, καμμίαν ατέλειαν εις τον έκτακτον αληθώς και υπέροχον άνδρα. Η Ελλάς επί μακρότατον χρόνον θα αισθανθή την έλλειψίν του.
Ο Τρικούπης είχε τούτο το εξαιρετικόν, ότι ενώ οι πλείστοι των μεγάλων ανδρών φαίνονται μεγαλείτεροι μακρόθεν και μικρότεροι εκ του σύνεγγυς, αυτός όσον εγγύτερον παρετηρείτο, τοσούτον μεγαλείτερος εφαίνετο. Φευ! Πως εχάθη ο γίγας ούτος, και πως έπεσεν δυνατός σώζων τον Ισραήλ; Πως κατεβλήθη εις έδαφος η δρυς γιγαντόσωμος, ης η κορυφή υπερείχεν όλων των δένδρων του δάσους και ης οι κλάδοι παρείχον σκιάν και καταφύγιον εις χιλιάδας ανδρών; Πως εντός μιας εβδομάδος ανηρπάγη αφ’ ημών ανήρ, όμοιον του οποίου προ πολλών αιώνων δεν είχε παραγάγει η Ελλάς; Αίλινά μοι στοναχείτε νάπαι και Δώριον ύδωρ.”