Καί νά λοιπόν, πού φθάσαμε στό τέλος τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς καί πλεύσαμε τήν διαδρομή τῆς νηστείας καί φθάσαμε μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ στόν λιμένα. Ἀλλά νά μήν ἀδιαφορήσουμε ἐξ αἰτίας αὐτοῦ, ἀντιθέτως νά φροντίσουμε καί νά ἐπαγρυπνήσουμε ἀκόμη περισσότερο. Διότι καί οἱ κυβερνῆτες, ὅταν περάσουν ἀναρίθμητα πελάγη και ἐνῶ τά πανιά εἶναι ἀνοιγμένα καί ἀρκετόν τό ὕψος τῶν ἐμπορευμάτων καί πρόκειται νά εἰσέλθουν στόν λιμένα, τότε προσέχουν καί ἀγωνίζονται πολύ περισσότερο, ὥστε νά μήν προσκρούσει τό πλοῖο σέ κάποιο σκόπελο ἤ πέτρα καί κάνει τόν προηγούμενον κόπον ἀνώφελον. Ἔτσι κάνουν καί οἱ δρομεῖς. Ὄταν φθάσουν πρός τό τέρμα τῆς διαδρομῆς, τότε τρέχουν ἀκόμη περισσότερο, ὥστε νά φθάσουν πρῶτοι στό τέρμα καί νά ἀξιωθοῦν τῶν βραβείων. Καί οἱ ἀθλητές μετά ἀπό πολλούς ἀγῶνες καί νίκες, ὅταν δίνουν τή μάχη γιά τό στέφανο, γιά νά τόν κερδίσουν καί νά φύγουν στεφανωμένοι, ἀγωνίζονται ἀκόμη περισσότερο.
Ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν οἱ κυβερνῆτες, οἱ δρομεῖς καί οἱ ἀθλητές φροντίζουν νά ἐπαγρυπνοῦν περισσότερο, ὅταν πλησιάζουν πρός τό τέρμα, κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ἐμεῖς, ἐπειδή μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ φτάσαμε στή μεγάλη αὐτή ἑβδομάδα, πρέπει τώρα κατ’ ἐξοχήν νά ἐντείνουμε τήν νηστεία καί νά ἀυξήσουμε τίς προσευχές καί νά ἐξομολογηθοῦμε γιά ὅσα ἁμαρτήσαμε μέ ἀκρίβεια καί νά ἐκτελοῦμε ὅλες τίς καλές πράξεις, τήν πλούσια ἐλεημοσύνη, τήν ἐπιείκεια, τήν πραότητα, καί κάθε ἄλλη ἀρετή, οὕτως ὤστε, ἀφοῦ φτάσουμε μαζί μέ αὐτά τά κατορθώματα στήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα, νά ἀπολαύσουμε τήν φιλοτιμία τοῦ Κυρίου.
Ὀνομάζουμε τήν ἑβδομάδα αὐτή μεγάλη, ὄχι ἐπειδή ἔχει μεγαλύτερες ὧρες, διότι ὑπάρχουν ἄλλες οἱ ὁποῖες ἔχουν πολύ περισσότερες ὧρες. Οὔτε ἐπειδή ἔχει περισσότερες ἡμέρες, διότι καί ὅλες οἱ ἄλλες καί αὐτή ἔχουν τόν ἴδιο ἀριθμό ἡμερῶν. Γιατί λοιπόν ὀνομάζουμε αὐτήν μεγάλη; Ἐπειδή τά ἀγαθά τά ὁποῖα συνέβησαν κατ’ αὐτήν, εἶναι γιά μᾶς μεγάλα καί ἀνέκφραστα. Διότι κατέπαυσε ὁ μακροχρόνιος πόλεμος, νικήθηκε ὁ θάνατος, ἡ κατάρα ἐξαφανίστηκε, ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου καταλύθηκε, ἁρπάχτηκαν οἱ αἰχμάλωτοί του, ἔγινε ἡ συνδιαλλαγή τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἀνθρώπους, ὁ οὐρανός ἔγινε κατοικήσιμος, οἱ ἄνθρωποι ἀναμείχτηκαν μέ τούς ἀγγέλους, τά χωρισμένα ἑνώθηκαν, ὁ φραγμός καταργήθηκε, τά κλειδιά ἀφαιρέθηκαν, ὁ Θεός τῆς εἰρήνης εἰρηνοποίησε ὅσα ὑπάρχουν στόν οὐρανό καί στή γῆ. Γι’ αὐτό ὀνομάζουμε αὐτήν τήν ἑβδομάδα μεγάλη, ἐπειδή κατ’ αὐτήν ὁ Κύριος μᾶς χάρισε πλῆθος δωρεῶν. Γι’ αὐτό καί πολλοί ἐντείνουν τήν νηστεία, τήν ἀγρυπνία καί τίς ἱερές διανυκτερεύσεις καί κάνουν ἐλεημοσύνη γιά νά δείξουν μέ τίς πράξεις τους τήν τιμήν πού ἀποδίδουν στήν μεγάλη ἑβδομάδα.
Διότι, ὅπως ἀκριβῶς, ὅταν ὁ Κύριος ἀνέστησε τόν Λάζαρο, ἔτρεχαν νά δοῦν αὐτόν ὅλοι οἱ κάτοικοι τῶν Ἱεροσολύμων καί τό πλῆθος αὐτό ἐπιβεβαίωνε ὅτι ὁ Χριστός ἀνέστησε τό νεκρό (διότι ἡ προθυμία ἐκεῖνων πού βγῆκαν γιά νά τόν δοῦν, ἦταν ἀπόδειξη τοῦ θαύματος), ἔτσι λοιπόν καί ἡ τωρινή προθυμία γιά τή μεγάλη αὐτή ἑβδομάδα, εἶναι δεῖγμα καί ἀπόδειξη τοῦ μεγέθους τῶν κατορθωμάτων πού πραγματοποιήθηκαν κατ’ αὐτήν.
Διότι δέν ἐρχόμαστε σήμερα ἀπό μία μόνο πόλη γιά νά συναντήσουμε καί νά δοῦμε τόν Χριστό, οὔτε μόνο ἀπό τά Ἱεροσόλυμα, ἀλλ’ ἀπ’ ὅλη τήν οἰκουμένη, ἄπειρα πλήθη ἐκκλησιῶν, ἀπό παντοῦ βγαίνουν γιά νά συναντήσουν τόν Ἰησοῦ, κρατώντας στά χέρια τους καί σείοντας ὄχι βάγια φοινίκων, ἀλλά προσφέροντας στόν Κύριο Χριστό, ἐλεημοσύνη, φιλανθρωπία, ἀρετή, νηστεία, δάκρυα, προσευχές, ἀγρυπνίες καί κάθε ἄλλη εὐλάβεια.
Διότι ἐάν ὁ Θεός μᾶς ἐχάρισε κατ’ αὐτήν (τήν μεγάλη ἑβδομάδα) τόσα ἀγαθά, πῶς δέν πρέπει κι ἐμεῖς ν’ ἀποδείξουμε τόν σεβασμό καί τήν τιμή μέ ὅ,τι μποροῦμε;
Αὐτήν τήν ἑβδομάδα, λοιπόν, τιμᾶμε καί ἐμεῖς καί βγῆκα καί ἐγώ μαζί σας προσφέροντας, ἀντί γιά φοίνικες, τό λόγο τῆς διδασκαλίας, καταβάλλοντας τά δύο λεπτά ὅπως ἀκριβῶς ἡ χήρα.
Βγῆκαν τότε ἐκεῖνοι κρατώντας βάγια φοινίκων καί φώναζαν καί ἔλεγαν: «Δόξα σ’ ἐκεῖνον πού βρίσκεται στούς οὐρανούς, ἄς εἶναι εὐλογημένος ἐκεῖνος πού ἔρχεται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου».
Ἄς βγοῦμε κι ἐμεῖς νά τόν προϋπαντήσουμε, καί ἀντί γιά βάγια φοινίκων, παρουσιάζοντας προαίρεση γεμάτη μέ ἀφθονία καρπῶν, ἄς φωνάζουμε δυνατά αὐτά ἀκριβῶς, πού ψάλλουμε σήμερα: Ἀνάπεμπε, ψυχή μου, στόν Κύριο ὕμνο δοξολογίας. Θά ἀνυμνῶ τόν Κύριο σέ ὅλη μου τή ζωή».