Και αυτό γιατί τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια απίθανη αλλοίωση της εικόνας της γεννήσεως που υπηρετεί κυρίως εμπορευματοποίηση του μέγα αυτού μυστήριου που τείνει να εξοβελίσει από τα Ελληνικά – Ορθόδοξα Χριστούγεννα την αυθεντική απεικόνιση της γεννήσεως έτσι όπως προκύπτει από την Ορθόδοξη αγιογραφία και παράδοση.
Η επιλογή από τους συντελεστές που κατασκεύασαν την φετινή φάτνη να αποδώσουν την γέννηση του Χριστού σύμφωνα με την Ελληνική – Ορθόδοξο αγιογραφία νομίζουμε είναι απολύτως ορθή και συνυφασμένη με το φόντο της αγίας λιθόπολης των Μετεώρων στα μοναστήρια των οποίων υπηρετείται η αυθεντική Ορθόδοξος πίστη που συναπαντά και γίνεται ένα με την ελληνική παράδοση στην ολότητα της οποίας απαντάται η ελληνική ταυτότητα.
Θα ήταν λάθος εάν εδώ, στην πόλη αυτή που ζει στην πνευματική σκιά των Αγίων Μετεώρων, τοποθετούσαμε την γνωστή φάτνη της Δύσης που ουσιαστικά αφαιρεί την ίδια την θεολογία της γεννήσεως στην οποία και στηρίζεται η πίστη μας και παραπέμπει στα γνωστά εμπορικά Χριστούγεννα της Δύσης.
Γιατί στη δύση, κάτω από την φραγκισκανική επίδραση, τα Χριστούγεννα παίρνουν ένα χαρακτήρα πιο γραφικό υπό την λαϊκή μορφή της φάτνης. Η ευσέβεια συγκινείται και αναχωρεί από την ανθρώπινη πλευρά του μυστηρίου: τον Ιησού βρέφος, τη Μητέρα του Μαρία και τον Ιωσήφ τον Ξυλουργό. Είναι η εορτή εσωτερική, της Αγίας Οικογένειας, πολύ διαδεδομένη στη Δύση και άγνωστη στην αγιογραφία μας, ὁ Άνθρωπος – Θεός περισσότερο, από τον Θεό – Άνθρωπο.
Ο ορθόδοξος αγιογράφος της εικόνας της Γεννήσεως πιστός στα δόγματα της εκκλησίας έχει δύο σκοπούς: να δείξει την θεανθρώπινη φύση του Κυρίου μας που αληθινά σαρκώθηκε από την Παρθένο Μαρία και να υποδηλωθεί ο πανηγυρισμός του ουρανού και της γης και γενικότερα όλης της κτίσης προς τον Δημιουργό της. Σύμφωνα με όσα διηγείται ο Ευαγγελιστής Λουκάς, η Παναγία «έτεκεν τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλισεν αυτόν εν τη φάτνη».
Η φάτνη εικονίζεται μέσα σε σκοτεινό σπήλαιο. Το μαύρο σπήλαιο συμβολίζει τον κόσμο που ήταν σκοτισμένος από την αμαρτία. Επίσης συμβολίζει τον Άδη. Έτσι για να πλησιάσει την άβυσσο ο Χριστός τοποθετεί μυστικά τη γέννησή Του στο βάθος του χάσματος, όπου το κακό ζει στην τελευταία του πυκνότητα. Ο Χριστός, το Φως του κόσμου, είναι ο καθήμενος «εν σκότει και σκιά θανάτου». Η φάτνη, το σπήλαιο, τα σπάργανα είναι όλα δείγματα της κένωσης της θεότητας και της άκρας ταπείνωσης.
Μέσα στο σπήλαιο εικονίζονται ένα βόδι και ένας όνος. Ο αγιογράφος εμπνέεται από την προφητεία του Ησαΐα «έγνω βους τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του Κυρίου αυτού. Ισραήλ δε με ουκ έγνω».
Η Παναγία είναι η μορφή, όπου διακρίνεται για το μέγεθός της και την κεντρική θέση που κατέχει στην εικόνα. Η Θεοτόκος είναι μισοξαπλωμένη και μισοκαθισμένη και η στάση της ανάλαφρη για να τονιστεί η απουσία του πόνου και η παρθενική γέννηση του Χριστού. Η γέννηση ήταν ανώδυνη.
Στο κάτω μέρος εικονίζεται ο Ιωσήφ μακριά από το βρέφος και σε μια γωνιά για να φανεί το αμέτοχον του Ιωσήφ στην Σάρκωση του Χριστού. Επίσης ο Ιωσήφ δεν είναι ο πατέρας του βρέφους, αλλά ο προστάτης της Αγίας οικογένειας. Ο Ιωσήφ είναι σκεφτικός και στηρίζει το κεφάλι του με το αριστερό χέρι. Κοντά του βλέπουμε ένα βοσκό στηριγμένο στη γκλίτσα του. Στο πρόσωπό του οι Πατέρες βλέπουν τον πειρασμό που ρίχνει στην ψυχή του Ιωσήφ την αμφιβολία και τις σκέψεις.
Απέναντι από τον Ιωσήφ εικονίζονται δύο γυναίκες που ετοιμάζουν το λουτρό του Θείου Βρέφους. Η σκηνή είναι εμπνευσμένη από τα απόκρυφα Ευαγγέλια. Η μαία είναι η Σαλώμη και η άλλη η βοηθός της, που τις προσκάλεσε ο Ιωσήφ για να βοηθήσουν την Θεοτόκο. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι «το δε να ιστορούνται γυναίκες τινες πλύνουσαι τον Χριστόν εν λεκάνη, ως οράται εν πολλαίς εικόσι της Χριστού γεννήσεως, τούτο είναι παντάπασιν ατοπώτατον».
Εξηγώντας αυτή τη θέση του ο Άγιος λέει ότι η Θεοτόκος δε γέννησε με πόνους και ωδίνες όπως οι άλλες γυναίκες για να χρειάζεται η σκηνή του λουτρού. Έτσι το θείο βρέφος ήταν καθαρό από την ακαθαρσία. Επίσης στην όλη εικόνα ιστορούνται οι ποιμένες που υπενθυμίζουν αμέσως την μορφή του καλού ποιμένα, του Χριστού, αλλά συμβολίζουν και το τμήμα το ιουδαϊκό.
Επίσης οι αγγελικές δυνάμεις προσφέρουν τη δοξολογία και ευαγγελία του χαρμόσυνου μηνύματος στους βοσκούς ότι «ετέχθη σήμερον σωτήρ ος εστίν Χριστός Κύριος».
Σε κάποιες εικόνες υπάρχει σε κυκλικό σχήμα η επιγραφή από το κατά Λουκά Ευαγγέλιο,«Δόξα εν υψίστοις Θεό και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία».
Επίσης οι Μάγοι έφιπποι αντιπροσωπεύουν τους ειδωλολάτρες, που θα αποτελέσουν την από τους εθνικούς προερχόμενη εκκλησία. Οι Μάγοι εικονίζονται με διαφορετική ηλικία για να υποδηλωθεί ότι ο Χριστός φωτίζει όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από ηλικία.
Τέλος η μοναδική ακτίνα που εξέρχεται από τον ουρανό και καταλήγει στο σπήλαιο πάνω από το βρέφος, σημαίνει την μια ουσία του Θεού αλλά χωρίζεται σε τρεις λάμψεις, για να προσδιορίσει τη συμμετοχή των τριών προσώπων στην θεία οικονομία της σωτηρίας.
Συνεπώς η Ορθόδοξος απεικόνιση της γεννήσεως δεν αποκλείει το ανθρώπινο στοιχείο του κόσμου τούτου. Βλέπουμε τις ανθρώπινες γνώσεις στους Μάγους, την εργασία και την τέχνη στους ποιμένες, το φυσικό ανθρώπινο αίσθημα στον Ιωσήφ. Αλλά αυτή η ζωή του κόσμου παριστάνεται στην επαφή της με τον υπερφυσικό κόσμο και χάρη αυτής της επαφής κάθε φαινόμενο της ανθρώπινης ζωής βρίσκει την θέση του και το νόημά του, φωτίζεται από νέο περιεχόμενο. Έτσι η εικόνα υψώνει το πνεύμα μας, τα αισθήματά μας και τις αισθήσεις μας, στην θεωρία και την γνώσιν του μυστηρίου της Σαρκώσεως και μας καθιστά μέτοχους του πνευματικού θριάμβου της εορτής.