Διαβάζετε τώρα
14 Μαρτίου 1854. Ξεσπά Επανάσταση στη Θεσσαλία υπό τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο

14 Μαρτίου 1854. Ξεσπά Επανάσταση στη Θεσσαλία υπό τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο

  • του Γρηγόρη Γ. Καλύβα

ΤΟΠΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η επανάσταση υπό τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο (1854)

Κριμαϊκός πόλεμος που διήρκεσε μέχρι το 1856 εμφύσησε στους Έλληνες επαναστατικό πνεύμα και ελπίδα για απελευθέρωση των αλύτρωτων εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς η Ρωσία προσπάθησε να προσδώσει σ’ αυτόν τον πόλεμο θρησκευτικό χαρακτήρα. Μέσα σ’αυτό το επαναστατικό πνεύμα, τον Ιανουάριο του 1854 πρώτοι ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι της Ηπείρου και σε σύντομο χρονικό διάστημα το επαναστατικό κίνημα εξαπλώθηκε και στη δυτική Θεσσαλία. Οι κάτοικοι της περιοχής των Σταγών, της σημερινής Καλαμπάκας, ύψωσαν το λάβαρο της ελληνικής επανάστασης τον Απρίλιο του 1854 και μάλιστα τα όπλα των Ελλήνων τα είχε ευλογήσει ο επίσκοπος των Σταγών Κύριλλος.

Στην περιοχή της Καλαμπάκας είχε κατέβει ο βλαχόφωνος καπετάνιος Χριστόδουλος Χατζηπέτρος με σώμα 500 αντρών από την 1η Μαρτίου. Το σώμα του Χατζηπέτρου ενώθηκε μαζί με όλους τους άλλους επαναστατημένους, συνασπίζοντας μια δύναμη 9.000 αντρών, που έλεγχαν την περιοχή της Καλαμπάκας με τους παρακείμενους κήπους και δύο νερομύλους δίπλα στον Πηνειό ποταμό.

Στις 3-15 Μαϊου 1854 κηρύχτηκε στην Καλαμπάκα η Θεσσαλική Επανάσταση από τον στρατηγό Χριστόδουλο Χατζηπέτρο που προσέβαλε το τουρκο-αλβανικό-αιγυπτιακό σώμα , σκότωσε 500 περίπου εξ αυτών και κατέλαβε την πόλη αλλά στις 18 Ιουνίου  πιεζόμενος από 7000 χιλ. Τούρκους αναγκάστηκε να υποχωρήσει .

Την ηγεσία ανέλαβε ο υπασπιστής του βασιλιά Όθωνα υποστράτηγος Χριστόδουλος Χατζηπέτρος. Ο Χατζηπέτρος αναχώρησε από τη Λαμία, στις 14 Μαρτίου 1854 επικεφαλής 500 ανδρών. Αφού πέρασε τα σύνορα ενώθηκε με 1.500 ακόμα άνδρες των οπλαρχηγών Στράτου, Ράγκου, Καταραχιά και Ζιάκα. Οι Έλληνες κατευθύνθηκαν στο Φανάρι Καρδίτσας. Οι επαναστάτες οπλαρχηγοί είχαν ήδη νικήσει τους διπλάσιους Τούρκους που βρισκόταν εκεί και τους είχαν υποχρεώσει σε υποχώρηση. Άλλα τμήματα Ελλήνων υπό τους Τζαμαλά, Πανουριά και Δυοβουνιώτη (γιους των ομώνυμων οπλαρχηγών του 1821), είχαν συγκεντρωθεί προς τον Αλμυρό και επιτιθέμενοι νίκησαν τους Τούρκους στο χωριό Πλάτανο. Στις 23 Μαρτίου τρία τουρκικά τακτικά τάγματα μαζί με 500 άτακτους Αλβανούς, 30 ιππείς και τρία πυροβόλα, επιτέθηκαν στους περίπου 2.000 Έλληνες στον Πλάτανο. Παρά την υπεροχή τους οι Τούρκοι νικήθηκαν αφήνοντας 150 νεκρούς στο πεδίο.

Ωστόσο οι Τούρκοι ενισχύθηκαν και επιτέθηκαν πάλι. Οι Έλληνες υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν, αν και πολέμησαν γενναία και σκότωσαν τουλάχιστον 150 Τούρκους, χάνοντας 34 άνδρες, εκ των οποίων 11 Ούγγροι φιλέλληνες ήρωες που κάηκαν ζωντανοί, αλλά δεν παραδόθηκαν, υπερασπιζόμενοι έναν μύλο. Οι Τούρκοι ενισχύθηκαν με 6.000 ακόμα Αιγυπτίους ενώ τους υποστήριζε από τη θάλασσα και μια γαλλική φρεγάτα.

Η μάχη της  Καλαμπάκας και το άδοξο τέλος της επανάστασης Χατζηπέτρου

Οι συγκρούσεις γύρω από την Καλαμπάκα ξεκίνησαν την 1η Μαΐου και κράτησαν μέρες. Απέναντι στους 9.000 εξεγερμένους Έλληνες της Καλαμπάκας παρατάχθηκε μια δύναμη 10.000 Τουρκοαράβων στρατιωτών για να καταπνίξουν την επανάσταση. Οι Τουρκοάραβες παρατάχθηκαν στην αριστερή όχθη του Πηνειού , ακριβώς απέναντι από την πόλη της Καλαμπάκας, και σε τρία ξεχωριστά υψώματα. Τόσο οι Τουρκοάραβες όσο και οι Έλληνες διέθεταν χαρακώματα. Βέβαια, οι Έλληνες βρίσκονταν σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους αντιπάλους τους καθώς δεν διέθεταν καθόλου κανόνια, ενώ ο τουρκικός στρατός έχοντας στη διάθεσή του κανόνια, βομβάρδιζε την πόλη επί τρεις συνεχόμενες ημέρες.

Όπως ήταν φυσικό, οι κάτοικοι της Καλαμπάκας αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη. Αφήνοντας όλα τα υπάρχοντά τους στα σπίτια τους, κάποιοι βρήκαν καταφύγιο στα μοναστήρια των Μετεώρων και άλλοι μέσα στις σπηλιές, ανάμεσα στις πλαγιές της Μονής του Βαρλαάμ και της Μονής του Ρουσάνου.

Την τέταρτη πια ημέρα της εξέγερσης, ο καπετάνιος Χριστόδουλος Χατζηπέτρος έβγαλε το στρατιωτικό σώμα του σε ανοιχτή μάχη με τον εχθρό. Το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού στρατού συγκεντρώθηκε στο νερόμυλο, ο οποίος βρισκόταν απέναντι από την λαξευτή πλαγιά της Πίνδου. Έτσι, ο Χατζηπέτρος κατάφερε να αποκόψει την επικοινωνία των Τούρκων με τα Τρίκαλα, οπότε εκείνοι αδυνατούσαν πια να εφοδιαστούν με επιπλέον στρατιώτες και τρόφιμα.

Ο αρχηγός των οθωμανικών δυνάμεων, ο Ζεϊνέλ πασάς, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να εξαναγκάσει τους Έλληνες να βγουν από τις μουριές, όπου κρύβονταν. Όσες όμως επιθέσεις και αν έκαναν οι Τούρκοι, αποκρούστηκαν με επιτυχία από τους Έλληνες. Από την άλλη μεριά, η αδυναμία των οθωμανικών στρατευμάτων να εφοδιαστούν από τα Τρίκαλα, είχε ως άμεση συνέπεια να μαστίζονται οι στρατιώτες τους από την πείνα. Έτσι, λόγω της πείνας αλλά και τις αποτυχίας των επιθέσεων, οι Τουρκοάραβες αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν γρήγορα πίσω από το ποτάμι. Η βιασύνη των Οθωμανών να υποχωρήσουν από τις θέσεις τους οδήγησε να εγκαταλείψουν πίσω τους 14 κανόνια, αλλά ακόμη και τους νεκρούς και τους τραυματίες. Όμως, ούτε στο ποτάμι βρήκαν οι Οθωμανοί σωτηρία. Επειδή εκείνη την εποχή το ποτάμι είχε πολύ νερό και εκείνοι έτρεχαν πανικόβλητοι να σωθούν, πολλοί Τουρκοάραβες πνίγηκαν στα παγωμένα νερά.

Η μεσολάβηση της ξένης διπλωματίας για την κατάπνιξη της εξέγερσης

Η νίκη των Ελλήνων σ’ αυτή τη μάχη της Καλαμπάκας γιορτάστηκε με ένα μεγάλο γλέντι. Επίσης, ο επίσκοπος των Σταγών Κύριλλος τέλεσε δοξολογία για την ανάπαυση των ψυχών εκείνων που έχασαν τη ζωή τους στη μάχη. Μετά το γλέντι, το ελληνικό στράτευμα κατευθύνθηκε προς την Τρίκκη, όπου όμως βρέθηκαν μπροστά σε μια απρόσμενη συνάντηση. Οι Γάλλοι και οι Άγγλοι διαμεσολαβητές σταμάτησαν την προέλασή τους, καθώς στόχος όλων αυτών των ξένων διπλωματών ήταν να απομακρυνθούν οι Έλληνες αξιωματικοί από τις επαναστατημένες περιοχές, έτσι ώστε οι κάτοικοι να μείνουν χωρίς βοήθεια και να σταματήσουν την επανάσταση.

Έπειτα από λίγες μέρες, ο στρατός επέστρεψε στο ελεύθερο ελληνικό κράτος και οι Θεσσαλοί παρά τη νίκη τους παρέμειναν δυστυχώς υπόδουλοι του Σουλτάνου.

Ο Σελίμ πασάς εξαπέλυσε επίθεση κατά των ελληνικών θέσεων αλλά αποκρούστηκε χάνοντας 200 άνδρες. Ενισχυμένος επιτέθηκε και πάλι κατά των Ελλήνων πιέζοντας ιδιαίτερα τα τμήματα των οπλαρχηγών Λεωτσάκου και Πλαπούτα. Την κρίσιμη στιγμή όμως ένα σώμα Μακεδόνων επενέβη και οι Τούρκοι συντρίφθηκαν χάνοντας 500 άνδρες, έναντι 19 Ελλήνων. Παρά την ήττα ο Σελίμ αποφάσισε νέα επίθεση για την επομένη. Και πάλι όμως ηττήθηκε κατά κράτος. Οι Έλληνες μάλιστα καταδίωξαν τους Τούρκους ως τον Πηνειό όπου πολλοί Τούρκοι πνίγηκαν προσπαθώντας να ξεφύγουν. Οι Έλληνες κυρίευσαν 500 τυφέκια, πέντε πυροβόλα και αιχμαλώτισαν 200 άνδρες του τουρκικού στρατού.

Στα τέλη Μαΐου οι Τούρκοι είχαν ενισχυθεί και οι δυνάμεις τους αριθμούσαν πλέον περί τους 8.000 άνδρες. Κατόπιν επιτέθηκαν αδιαφορώντας για τις απώλειες. Αν και έχασαν τουλάχιστον 1.000 άνδρες, οι Τούρκοι κατάφεραν να επικρατήσουν ύστερα από τριήμερη σύγκρουση. Εξάλλου είχε γίνει γνωστό ότι Βρετανία και Γαλλία επέβαλαν ουδετερότητα στην Ελλάδα και το ηθικό των Ελλήνων είχε επηρεαστεί. Μετά τη τελευταία μάχη ο Χατζηπέτρος υποχώρησε στο Νεοχώρι . Εκεί εξέδωσε και την τελευταία ημερήσια διαταγή του μεταξύ των άλλων έγραφε :  Στρατιώτες Θεσσαλοί, των Αγράφων, της Πίνδου, του Ολύμπου, «..αποσυρόμεθα του αγώνος κύπτοντες εις τας ακαταμαχήτους περιστάσεις. Αλλά η γη των πατέρων μας, ο τόπος γεννήσεώς μας είναι δίκαια απαράγραπτα διά παντός. Αν και προς καιρόν υποχωρούμεν, δεν λησμονούμεν.. αποθέτωμεν τα όπλα ευέλπιδες ότι οι δυνατοί της Γης θέλουν εννοήσει…».

Δυστυχώς οι δυνατοί της Γης εννοούν μόνο τα δικά τους συμφέροντα και έτσι η επιτυχής, έως τότε, επανάσταση των Ελλήνων στη Θεσσαλία, έσβησε. Η ελληνική γη της Θεσσαλίας θα έπρεπε να περιμένει 27 ακόμα χρόνια την ελευθερία. Σε όλους αυτούς τους αγώνες των Θεσσαλών και κυρίως της περιοχής Καλαμπάκας πήραν μέρος σημαίνουσες προσωπικότητες προσφέροντας τις περιουσίες τους αλλά και αυτήν την ίδια την ζωή τους στην λευτεριά του ελληνικού έθνους .

Πηγή : Θεσσαλικό ημερολόγιο

View Comments (0)

Leave a Reply

Your email address will not be published.