Η Μάχη των Δολιανών και Βερβένων πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 1821, ανάμεσα στους επαναστατημένους Έλληνες με αρχηγό τον Νικήτα Σταματελόπουλο (Νικηταρά), και τους Τούρκους, στα Άνω Δολιανά και τα Βέρβενα της Αρκαδίας.
Μια ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης μάχης είναι ότι πρόκειται για μία από τις λίγες μάχες της Επανάστασης, η οποία διεξήχθη μέσα σε οικισμό και όχι στην ύπαιθρο. Μάλιστα, στα Δολιανά διασώζονται ακόμα και σήμερα τα περισσότερα από τα 13 σπίτια στα οποία οχυρώθηκαν οι Έλληνες αγωνιστές, μαζί και αυτό στο οποίο ταμπουρώθηκε ο ίδιος ο Νικηταράς, το οποίο σήμερα είναι διατηρητέο κτήριο και λειτουργεί ως μουσείο.
Το σχέδιο των Τούρκων
Στις 12-13 Μαΐου 1821, οι Τούρκοι πολιορκημένοι της Τριπολιτσάς, υπό τον κεχαγιάμπεη του Χουρσίτ Πασά, προσπάθησαν να εισβάλλουν στη Μεσσηνία από τον δρόμο της Μεγαλόπολης. Ηττήθηκαν όμως στη μάχη του Βαλτετσίου. Για να διαλύσει τη δυσαρέσκεια που ξέσπασε μεταξύ των πολιορκημένων μετά από αυτή την αποτυχία, ο κεχαγιάμπεης αποφάσισε να επιτεθεί εναντίον του ελληνικού στρατοπέδου στα Βέρβενα. Αυτό το στρατόπεδο υπολόγιζε πως θα το διέλυε πιο εύκολα, καθώς ήταν το πιο απομονωμένο από αυτά που συνιστούσαν τον πολιορκητικό κλοιό γύρω από την Τριπολιτσά. Στη συνέχεια, μέσω Μυστρά, θα εισέβαλε στη Μεσσηνία, καταπνίγοντας την Επανάσταση. Ακόμη κι αν αυτό το τελευταίο δεν ήταν δυνατό, η διάλυση του στρατοπέδου θα άφηνε ανοιχτό τον δρόμο προς το Άργος και την Κόρινθο, από όπου θα κατέφθαναν τουρκικές ενισχύσεις, από την Ανατολική Στερεά Ελλάδα.
Η μάχη
Στις 17 Μαΐου και κατόπιν εντολής του θείου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο Νικηταράς μετέβη στα Δολιανά με εκατό άντρες, πενήντα από το στρατόπεδο του Χρυσοβιτσίου και πενήντα από το στρατόπεδο του Βαλτετσίου. Σκοπό είχε να περιμένει να ενσωματωθούν στο ασκέρι του πενήντα επιπλέον άντρες από το στρατόπεδο των Βερβένων, με τελική κατεύθυνση το Άργος και το Ναύπλιο για να πάρει πολεμικές προμήθειες, αλλά και προς ενίσχυση των Μπουμπουλίνα, Τσώκρη και Σταϊκόπουλου, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων προς τον Κολοκοτρώνη για αποστολή βοήθειας και ενός αρχηγού. Όμως κατά το νυχτερινό φαγοπότι που έλαβε χώρα στον οικισμό των Δολιανών, ο αδερφός του Νικηταρά, Νικόλαος, ορέχτηκε μια ντόπια ονόματι Ελισάβετ. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να δημιουργηθεί παρεξήγηση με τους χωρικούς και το ασκέρι του να εκδιωχθεί από το χωριό κακήν κακώς, αναγκαζόμενο να διανυκτερεύσει στο ξωκλήσι του Άη Γιάννη, λίγο έξω από το χωριό.
Στις 18 Μαΐου τα ξημερώματα, ισχυρή τουρκική δύναμη (4.000 άνδρες και κανόνια, κατά τον Σπ. Τρικούπη) υπό τον Κεχαγιάμπεη, βγήκε από την Τριπολιτσά, με στόχο τη διάλυση του ελληνικού στρατοπέδου στα Βέρβενα. Όταν έφτασε στις Ρίζες, ο Κεχαγιάμπεης χώρισε τη δύναμή του σε τρεις φάλαγγες. Η μία κίνησε για τα Δολιανά, έχοντας απώτερο στόχο να πλαγιοκοπήσει το στρατόπεδο των Βερβένων από τα νοτιοανατολικά. Η άλλη στράφηκε στα Βέρβενα και μία τρίτη μικρότερη, αποτελούμενη κυρίως από ιππικό, κατευθύνθηκε προς το διπλανό μικρό οικισμό Δραγούνι.
Οι Δολιανίτες, αντιλαμβανόμενοι την εχθρική προέλαση, προσέτρεξαν στον Νικηταρά για να τον ενημερώσουν και να του ζητήσουν να γυρίσει στο χωριό για να το υπερασπιστεί μαζί τους. Ο αδερφός του, χολωμένος από τα γεγονότα της προηγούμενης νύχτας, ήταν αντίθετος στο να υπερασπιστούν τους ντόπιους. Όμως ο Νικηταράς ήταν ανένδοτος. Έτρεξε πίσω με τους ενόπλους του και οχυρώθηκε στα σπίτια του χωριού. Το αρχηγείο του Κεχαγιάμπεη στήθηκε στην εκκλησία του Άη Γιώργη. Στο Δραγούνι, οι Τούρκοι ιππείς εξολόθρευσαν με σχετική ευκολία τη μικρή ηρωική ομάδα των Ελλήνων αγωνιστών υπό τον Αγιαννίτη Γεωργάκη Διγενή και στράφηκαν και αυτοί προς τα Δολιανά.
Τότε ξέσπασε μάχη κατά την οποία οι Έλληνες κατάφεραν, αν και κατά πολύ λιγότεροι, να σταματήσουν την προέλαση των Τούρκων, προκαλώντας τους μεγάλες απώλειες, σε μία μάχη που διήρκεσε όλη την ημέρα. Στο μεταξύ, ξεκίνησαν προς τα Δολιανά ελληνικές ενισχύσεις από το στρατόπεδο Βερβένων, αλλά αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω και να οχυρωθούν στο εκεί στρατόπεδο, όπου προέβαλαν αποτελεσματική αντίσταση στους Τούρκους. Κατόπιν, τους κυνήγησαν ως τα Δολιανά όπου, μαζί με τους άνδρες του Νικηταρά, συνέχισαν την καταδίωξη ολόκληρης της τουρκικής δύναμης. Οι Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή και κλείστηκαν στην Τριπολιτσά, αφήνοντας εβδομήντα νεκρούς, δύο κανόνια και τρεις σημαίες. Ήταν σε αυτή τη μάχη, που ο Νικηταράς, λόγω των πολλών Τούρκων που σκότωσε, κέρδισε το προσωνύμιο του «Τουρκοφάγου», που θα τον ακολουθούσε σε όλη του τη ζωή.
Μετά τη μάχη, ο Νικηταράς με τους άντρες του συνέχισε την πορεία του προς το Άργος.
Η σημασία της μάχης
Η μάχη ματαίωσε τη διάλυση του στρατοπέδου στα Βέρβενα και το σχέδιο των Τούρκων. Επίσης τόνωσε το ηθικό των επαναστατών και άνοιξε το δρόμο για την άλωση της Τριπολιτσάς, καθώς οι πολιορκητές προώθησαν τα στρατόπεδά τους πιο κοντά στην πόλη, σε θέσεις όπως η Ζαράκοβα και τα Τρίκορφα.
Τη νικηφόρα μάχη ύμνησε με στίχους του ο Παναγιώτης Κάλας ή Τσοπανάκος. Ήταν λαϊκός ποιητής από τη Δημητσάνα, ο οποίος έδρασε κατά τον αγώνα του 1821 και ήταν στενός φίλος του Νικηταρά, ακολουθώντας τον συχνά στις μάχες του.
Η Μάχη των Δολιανών
ή ο Στρατηγός Νικηταράς
Και των Τούρκων ο όλεθρος.
Και στα Δολιανά ένας κρότος
Που ερράγησεν ο τόπος.
Ω ήρωα Νικηταρά!
Το αίμα των Τούρκων βοά,
Για να παύσης το σπαθί σου
Την Ελληνικήν ορμή σου.
Μ’ ογδόντα άνδρας κλείσθηκες,
Τούρκους δεν εφοβήθηκες.
Τρεις χιλιάδας δεν τρομάζεις,
Ως τον Λεωνίδα κράζεις.
Πατρίδα να τιμήσωμεν,
Κι όλοι μιαν ώρ’ ας ζήσωμεν,
Ήλθεν ο καιρός της δόξης,
Την εκδίκησιν να δώσης,
Βάνει τους Τούρκους έμπροστά,
Σαν τσοπάνος τα τραγιά,
Τους επήρε δυο πυργέλες
και όλους τους τζεπιχανέδες*.