Στην επανάσταση του 1821 πήρε μέρος με το δικό του πλοίο «Λεωνίδας». Τον Ιούνιο του 1821, με το ιστιοφόρο του και 59 ψυχωμένους ναύτες, βοήθησε με δικά του εφόδια και έξοδα τους Κρητικούς, που απειλούνταν από τον εχθρό, ενώ ήταν από τους πρωτεργάτες του ξεσηκωμού των Κασιωτών τον Απρίλη του 1821. Το 1824, μετά την καταστροφή της Κάσου από τον Οθωμανικό στρατό και τον Τουρκοαιγυπτιακό στόλο, ήταν μαζί με τον Ιωάννη Γρηγοριάδη οι ηγέτες των Κασιωτών.
Από το 1822 χρημάτισε «Φροντιστής θάλασσας», υπεύθυνος για τα πολεμικά πλοία της επαρχίας του. Από το 1823 διετέλεσε αρχικά έπαρχος Κάσου και μετέπειτα (1823 – 24) έπαρχος Καρπάθου και από τη θέση αυτή οργάνωσε τόσο τη διοίκηση, όσο και την άμυνα του νησιού. Τη χρονιά αυτή (1823) αντιπροσώπευσε την Κάσο στην Β’ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος Κυνουρίας.
Πιάστηκε αιχμάλωτος και όταν τον πήγαν μπροστά στον Χουσείν Μπέη αρνήθηκε την πρόταση να συμπαραταχτεί μαζί του και να του χαρίσει τη ζωή. Αναφέρεται ότι κατάφερε να λυθεί και να σκοτώσει τρεις Τούρκους πριν τον σκοτώσουν στις 7 Ιουνίου 1824.