Ο Αρτέμιος Μίχος ή Μίχου (Ιωάννινα 1803 – Αθήνα 1883) ήταν Έλληνας πολιτικός, στρατιωτικός και αγωνιστής του 1821.
Πήρε μέρος στην επανάσταση του 1821 στην αρχή σε σώμα ατάκτων, αλλά κατατάχτηκε στον τακτικό στρατό και το 1830 προήχθη σε υπολοχαγό. Πήρε μέρος στην επανάσταση στα Κατσανοχώρια , στη μάχη της Πλάκας, και σε πολλές άλλες μάχες, στο Λιδορίκι, στο Κλίμα, στην Κοτσιρού. Πολέμησε μαζί με τον Καραΐσκάκη στην Υποβρύνα και τη Ράχοβα, ενώ ήταν και στο Μεσολόγγι στην τελευταία πολιορκία του και την ηρωική έξοδο. Το 1827 συμμετείχε στις μάχες της Αθήνας και του Πειραιά, στην Μάχη της Πέτρας, των Θηβών όπου και τραυματίστηκε, στην πολιορκία της Ναυπάκτου και στην δεύτερη μάχη της Πέτρας, όπου τραυματίστηκε εκ νέου.
Διετέλεσε επιθεωρητής του πεζικού, αρχηγός της χωροφυλακής, μέλος του αναθεωρητικού δικαστηρίου και υπουργός στρατιωτικών στην προσωρινή κυβέρνηση του 1862 και στην Κυβέρνηση Δημητρίου Βούλγαρη 1866.
Ήταν από τους πρωτεργάτες της επανάστασης του 1862 κατά του Όθωνα, τα γνωστά Ναυπλιακά, όπου σαν διοικητής του 5ου τάγματος πεζικού και της φρουράς Ναυπλίου στασίασε την 5η Φεβρουαρίου και κατέλαβε το φρούριο.
Κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγίου κρατούσε σημειώσεις με τα καθημερινά συμβάντα και μετά την απελευθέρωση ολοκλήρωσε τη συγγραφή των απομνημονευμάτων του.
Εκείνο το οποίο πρωτίστως χαρακτηρίζει τον λόγο του Μίχου δεν είναι η αναφορά στον εαυτό του και στις πολεμικέςπράξεις οι οποίες συνδέονται μαζί του, όπως κατά κανόνα συμβαίνει στα απομνημονεύματα των αγωνιστών, αλλά η εξιστόρηση, σημείο προς σημείο, των γεγονότων της πολιορκίας του Μεσολογγίου από τις δυνάμεις του Κιουταχή καιτου Ιμπραήμ, που προετοίμασαν με βασανιστική βραδύτητα την πτώση του.
Με την έννοια αυτή τα απομνημονεύματα του Μίχου δεν υστερούν από αυτά άλλων αγωνιστών της γενιάς του, ή κατοπινών ιστορικών και δημοσιογράφων. Όπως κι αν τα ονομάσουμε, δημοσιογραφικό χρονικό, μνήμη της Επανάστασης και του πολέμου ή ιστορική καταγραφή, γεγονός είναι ότι ο συγγραφέας καταθέτει τη ζωντανή εμπειρία του για ένα από τα σημαντικότερα συμβάντα των πρώτων δεκαετιών της ευρωπαϊκής ιστορίας, αποφεύγοντας να παρασυρθεί από τη λογική του προσωπικού ανταγωνισμού και να απειληθεί από την έπαρση ή την περιαυτολογία. Στο βιβλίο του πρωταγωνιστεί το σπουδαιότερο: το αίμα που χύθηκε για να φυτρώσουν οι ρίζες της σημερινής μας ελευθερίας.