Διαβάζετε τώρα
20 Οκτωβρίου-14 Δεκεμβρίου 1822 (ν.ημ.). Συνέδριο της Βερόνας

20 Οκτωβρίου-14 Δεκεμβρίου 1822 (ν.ημ.). Συνέδριο της Βερόνας

  • της Μαρίας – Ελένης Κασαπάκη

Το συνέδριο της Βερόνας
και τα πορίσματά του για την Επανάσταση

Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, εκτός από τις δυναμικές προσπάθειες του ελληνικού λαού για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση των εξελίξεων διαδραμάτισαν επίσης, η δράση και οι αποφάσεις των ευρωπαϊκών χωρών για το απελευθερωτικό κίνημα. Ένα χαρακτηριστικό γεγονός ήταν το Συνέδριο της Βερόνας, το οποίο διεξήχθη το φθινόπωρο του 1822 στην έπαυλη Κανόσα της ιταλικής πόλης της Βερόνας. Αυτή η διπλωματική συνάντηση πραγματοποιήθηκε μεταξύ των κρατών που συμμετείχαν στην Ιερή Συμμαχία, έπειτα από πρωτοβουλία της Αυστρίας. Μεταξύ των σημαντικών ζητημάτων που συζητήθηκαν ήταν και ο αγώνας των Γραικών για την εθνική τους ανεξαρτησία.

Η Ιερή Συμμαχία ιδρύθηκε μετά τη λήξη των ναπολεόντειων πολέμων μεταξύ τριών αυτοκρατοριών, της Αυστρίας, της Ρωσίας και της Πρωσίας. Πιο συγκεκριμένα, το Σεπτέμβριο του 1814 συγκλήθηκε στη Βιέννη από τους νικητές του πολέμου με το Ναπολέοντα Βοναπάρτη Αυστρία, Βρετανία, Πρωσία και Ρωσία ένα από τα μακροβιότερα διπλωματικά συνέδρια της Ευρώπης, με σκοπό αφενός να κατανεμηθούν τα κέρδη του πολέμου και αφετέρου να καταπνιγούν ο γαλλικός επεκτατισμός και η επέλαση των ιδεών της Γαλλικής επανάστασης στους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς λαούς. Οι ηγεμόνες της Ευρώπης επιδίωκαν να παλινορθώσουν τις πολιτικές και κοινωνικές δομές του παλαιού καθεστώτος των αριστοκρατικών φεουδαλικών προνομίων. Υποστήριζαν ότι τα εθνικά κράτη δεν θα εξυπηρετούσαν τη διατήρηση της τάξης και της ειρήνης, διότι οι διάφορες γλωσσικές και θρησκευτικές κοινότητες της γηραιάς ηπείρου δεν είχαν σαφή γεωγραφικό προσδιορισμό.

Το Συνέδριο της Βιέννης έληξε με συνθήκη ειρήνης τον Ιούνιο του 1815 ενόψει της μάχης του Βατερλό. Το Σεπτέμβριο του 1815 ιδρύθηκε η Ιερή Συμμαχία από τον τσάρο Αλέξανδρο Α’ της Ρωσίας, το βασιλιά Φρειδερίκο Γουλιέλμο Γ΄ της Πρωσίας και τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Β΄ της Αυστρίας. Ο κύριος ρόλος της ήταν να ελέγχει αν εφαρμόζονται και τηρούνται όσα συμφωνήθηκαν στο Συνέδριο της Βιέννης. Στάθηκε ενάντια στις αρχές της εθνικής αυτοδιάθεσης και της λαϊκής κυριαρχίας που διαδόθηκαν με τη Γαλλική Επανάσταση και λειτούργησε ως ανάχωμα σε οποιαδήποτε απόπειρα μεταβολής του χάρτη της Ευρώπης. Στην Ιερή Συμμαχία εντάχθηκαν τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, εκτός από τη Βρετανία (προσωρινά) και την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Το Συνέδριο της Βερόνας διεξήχθη από τις 6 Οκτωβρίου έως τις 2 Δεκεμβρίου 1822 (ή σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο από τις 20 Οκτωβρίου έως τις 14 Δεκεμβρίου). Πρόκειται για το τέταρτο κατά σειρά συνέδριο των εκπροσώπων της Ιερής Συμμαχίας. Είχαν προηγηθεί τα συνέδρια της Aix-La-Chapelle το 1818, του Troppau το 1820 και του Laibach το 1821. Τα σημαίνοντα πρόσωπα που συμμετείχαν ήταν ο Ρώσος τσάρος συνοδευόμενος από τον υπουργό εξωτερικών κόμη Νεσελρόντ, ο αυτοκράτορας της Αυστρίας συνοδευόμενος από τον πρίγκιπα Μέττερνιχ, οι βασιλείς της Πρωσίας, των δύο Σικελιών και της Σαρδηνίας, οι δούκες του Ουέλινγκτον, της Τοσκάνης και της Μοδένας, η δούκισσα της Πάρμας, ο υπουργός εξωτερικών της Γαλλίας και ο Πάπας Πίος Ζ΄.

Τα πιο σημαντικά θέματα που απασχόλησαν το συνέδριο ήταν από τη μία η δράση των δημοκρατών στην Ισπανία ενάντια στο βασιλιά Φερδινάνδο Z΄, από την άλλη το ζήτημα των Ελλήνων (Ανατολικό ζήτημα) που αφορούσε την Επανάσταση, η οποία ξέσπασε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες υπό τον Υψηλάντη και είχε εξαπλωθεί στο Νότο. Ο τσάρος Αλέξανδρος Α’ ήταν αυτός που εισηγήθηκε τη συζήτηση περί του απελευθερωτικού κινήματος των Ελλήνων, προκειμένου να καθοριστεί με σαφήνεια η στάση της Ιερής Συμμαχίας απέναντι σε αυτό. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ανατολικό ζήτημα είχε προκαλέσει επιπλοκές στις ρωσοτουρκικές σχέσεις και ότι ο τσάρος είχε διχαστεί ανάμεσα στη συμπάθειά του προς τους ομόδοξους Έλληνες και το φόβο για τις συνέπειες της υποστήριξης ενός επαναστατημένου λαού, ο οποίος εμπνεόταν από τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές ιδέες που διακινούνταν στην Ευρώπη μετά το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης. Ο ίδιος ο Μέττερνιχ στο συνέδριο του Laibach είχε επισημάνει στον τσάρο τον κίνδυνο της εξάπλωσης κοινωνικών αναστατώσεων σε περίπτωση που υποστήριζε τους Έλληνες. Χαρακτηριστικά του είχε πει πως ”ό, τι κακό πήγασε τα τελευταία χρόνια ξεπήδησε από την ίδια πηγή. Το σχέδιο των επαναστατικών εταιρειών είναι μια γενική ανατροπή. Γι’ αυτό είμαι βέβαιος, όσο γνωρίζω, ότι οι διακλαδώσεις τους εξαπλώθηκαν κιόλας σε όλες τις χώρες, χωρίς να εξαιρεθεί βέβαια και η Ρωσία”.

Η ελληνική επαναστατική κυβέρνηση πληροφορήθηκε ήδη από το καλοκαίρι του 1822 από τον Ιωάννη Καποδίστρια ότι στο Συνέδριο της Βερόνας θα λαμβάνονταν αποφάσεις σε σχέση με το ζήτημα των Ελλήνων. Προετοίμασε εκκλήσεις προς το Συνέδριο και το Ρώσο τσάρο στις οποίες ζητούσε να γίνουν δεκτοί οι απεσταλμένοι αντιπρόσωποί της, ειδάλλως δεν θα αποδεχόταν καμία συνθήκη, όσο συμφέρουσα και αν ήταν. Πρώτοι φτάσανε το Σεπτέμβριο στην Αγκόνα της Ιταλίας ο Ανδρέας Μεταξάς μαζί με το Γάλλο φιλέλληνα Ζουρνταίν, για να γνωστοποιήσουν ότι η ελληνική επανάσταση δεν είχε κανένα κοινό σημείο με την επανάσταση στην Ισπανία ή τη Νάπολη και ότι ήρθαν στο συνέδριο με σκοπό να δώσουν κάποιες εξηγήσεις και να εκφράσουν τα αιτήματα της Ελλάδας. Στείλανε στον Πάπα τις εκκλήσεις τους και του ζήτησαν να τις διαβιβάσει στο συνέδριο.

Οι εκκλήσεις έφθασαν καθυστερημένα και ο ίδιος ο Μέττερνιχ δήλωσε ότι δεν θα δινόταν καμία απάντηση στην επιστολή του Μεταξά και ότι δεν θα γινόταν δεκτός στη συνάντηση. Η δεύτερη ελληνική αποστολή έφτασε το Δεκέμβριο στην Ιταλία και αποτελούνταν από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και το Γεώργιο Μαυρομιχάλη (γιο του Πετρόμπεη) μαζί με μια έκκληση προς τον Πάπα η οποία έθετε το ζήτημα της ένωσης Ανατολικής και Ρωμαϊκής Εκκλησίας, προκειμένου αυτός να μεσολαβήσει υπέρ των Ελλήνων. Ωστόσο, η παπική εκκλησία επέλεξε να διατηρήσει στάση ουδετερότητας και η αιτούμενη συνάντηση απορρίφθηκε. Απαγορεύτηκε στους απεσταλμένους της Ελλάδας η είσοδος στη Βερόνα, ενώ αξιομνημόνευτο είναι ότι κατά τα πρώτα χρόνια της επαναστάσεως δεν ήταν δυνατή η είσοδος των ελληνικών καραβιών με υψωμένη τη σημαία στο λιμάνι της Αγκόνας.

Με την ολοκλήρωση του συνεδρίου κοινοποιήθηκε εγκύκλιος η οποία υποστήριζε ότι η χρονική σύμπτωση της έναρξης της επαναστάσεως στην Ελλάδα, τη Νάπολη και το Πιεμόντε μαρτυρούσε ότι όλες είχαν μια κοινή αρχή που ήθελε να σπείρει τη διχόνοια. Η ελληνική επανάσταση καταδικάστηκε, ωστόσο δε λήφθηκε απόφαση για επέμβαση λόγω της ισχυρής εναντίωσης του τσάρου Αλέξανδρου Α’. Από την Πύλη ζητήθηκε να επιδείξει εμπράκτως σεβασμό στους χριστιανούς και να αποκαταστήσει την ειρήνη στην Ελλάδα. Οι αποφάσεις του Συνεδρίου της Βερόνας δήλωναν το θρίαμβο του Μέττερνιχ, ο οποίος κατάφερε να αποτρέψει τη σύγκρουση των Ρώσων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και αποθάρρυνε την πρόθεση του τσάρου να αναλάβει ενεργό ρόλο στα γεγονότα της Ανατολής. Στην Ευρώπη δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η Ελλάδα είχε καταδικαστεί και ότι το Ανατολικό ζήτημα σε διπλωματικό επίπεδο εκμηδενίστηκε. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Μεταξάς: “Οἱ ἠγεμόνες μᾶς ἐγκαταλείπουσι, εἰς ἡμᾶς μόνον ἔχομεν νὰ ἐλπίζωμεν.”.

Πηγή

View Comments (0)

Leave a Reply

Your email address will not be published.