Η συμβολή των Θρακιωτών στην Επανάσταση του 1821
Αφιέρωμα της Θρακικής Εστίας Δράμας
για τα 200 χρόνια από το 1821
Η οργάνωση και η ευρεία εξάπλωση απελευθερωτικού κινήματος στην Ανατολική Θράκη συναντούσαν πάντα μεγάλες δυσκολίες λόγω της γεωμορφολογίας και της στρατηγικής θέσης της. Και αυτό επειδή η Θράκη είχε το μειονέκτημα να βρίσκεται πολύ κοντά στην Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και επειδή στις θρακικές πόλεις στάθμευαν μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις των Τούρκων. Παράλληλα, και η γεωμορφολογία της περιοχής δεν βοηθούσε την ανάπτυξη μαζικού επαναστατικού κινήματος μη παρέχοντας δυνατότητα ανάπτυξης κλεφτοπόλεμου και διαφυγής στα βουνά. Παρόλα αυτά, η συμβολή του Θρακικού Ελληνισμού στην Επανάσταση του 1821 υπήρξε σημαντική, καθώς πολλοί Θρακιώτες συμμετείχαν στη μάχη του Δραγατσανίου, στις μάχες της Επανάστασης στη Νότια Ελλάδα αλλά και σε επαναστατικές ενέργειες στη Σωζόπολη και στην Αίνο. Οι επιχειρήσεις των Ελλήνων επαναστατών στη Θράκη είχαν χαρακτήρα αντιπερισπασμού και απασχολούσαν μεγάλες δυνάμεις των Οθωμανών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την κατάπνιξη της Επανάστασης, εν τη γενέσει της, στην Πελοπόννησο και τη Στερεά.
Καταρχάς, πολλοί Θρακιώτες έγιναν μέλη της Φιλικής Εταιρείας, ενώ άλλοι, κυρίως νέοι, υπήρξαν Ιερολοχίτες. Ταυτόχρονα, σημαντική ήταν η συμμετοχή των Θρακιωτών αγωνιστών στις στρατιωτικές επιχειρήσεις τόσο της ξηράς όσο και της θάλασσας, ενώ πολλοί από τους αγωνιστές αυτούς συνέχισαν τον αγώνα στην Πελοπόννησο. Ανάμεσα στις απελευθερωτικές ενέργειες των κατοίκων της Θράκης συμπεριλαμβάνονται η εξέγερση στη Σωζόπολη (17 Απριλίου 1821) και επαναστατικά κινήματα στις περιοχές της Φιλιππούπολης, της Αδριανούπολης, της Βάρνας, της Αγχιάλου, της Μαρώνειας και της Κεσσάνης. Η Αίνος έμεινε ελεύθερη έναν μήνα περίπου και στις ναυμαχίες που ακολούθησαν στο Αιγαίο διακρίθηκε η οικογένεια Βισβίζη και κυρίως η Δόμνα Βισβίζη, η Μπουμπουλίνα της Θράκης, μετά τον θάνατο του συζύγου της Χατζή Αντώνη Βισβίζη.
Θρακιώτες από τη Μεσημβρία, την Αγχίαλο, τη Σωζόπολη, τη Βάρνα, τη Φιλιππούπολη και τη Στενήμαχο συμμετείχαν και στη Φιλική Εταιρεία, όπως ο ιεροδιάκονος Ιωαννίκιος Μαρώνειας, που μυήθηκε από τον Παπαφλέσσα, ο Μαρωνίτης έμπορος Μηχανίδης, οι Αναγνώστης Αυξεντιάδης και Αναστάσιος Κομνηνός από τη Μεσημβρία, οι Δημήτριος Κώνστας, Αντώνιος και Παναγιώτης Παλαιολόγος, Ζαφείρης και Κωνσταντίνος Νέστωρ και ο Γεώργιος Σγουρός από την Αγχίαλο, ο έμπορος Κωνσταντινίδης από τη Σωζόπολη, οι Αδάμ Κέλκος, Θεόδωρος Αθανασίου και Ιωάννης και Κωνσταντίνος Παπά Νίκογλου από τη Φιλιππούπολη, οι Ιωάννης Ελευθερίου, Παρασκευάς Νικολάου από τη Βάρνα κ.ά. Στη Φιλική Εταιρεία καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος του μεγαλέμπορου Γρηγορίου Μαρασλή από τη Φιλιππούπολη. Μετά την εκλογή του στη νέα εφορεία της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό αποφάσισαν μαζί με τον Σταμάτη Κούμπαρη να μετονομάσουν τη Φιλική Εταιρεία σε Φιλανθρωπική Εταιρεία. Το σπίτι του Μαρασλή στην Οδησσό στην Κόκκινη πάροδο, γνωστό σήμερα ως το Κόκκινο Σπίτι, αποτέλεσε έδρα συναντήσεων και συνεδριάσεων των Φιλικών.
Τα αντίποινα των Τούρκων κατά των Θρακιωτών αγωνιστών ήταν πολύ σκληρά τόσο στην Αδριανούπολη, όπου απαγχονίστηκαν ο Αδριανουπολίτης πρώην οικουμενικός πατριάρχης Κύριλλος Στ’ και ο μητροπολίτης Αδριανουπόλεως Δωρόθεος, όσο και στο Ορτάκιοϊ και σε άλλες περιοχές της Θράκης. Την 1η Σεπτεμβρίου 1821 οι Τούρκοι συγκέντρωσαν τους κατοίκους της Σαμοθράκης στη θέση Εφκάς, έσφαξαν 700 Σαμοθρακιώτες και αιχμαλώτισαν τα γυναικόπαιδα του νησιού, ανάμεσα στους αιχμαλώτους ήταν και οι 5 Νεομάρτυρες της Σαμοθράκης.
Οι 5 Νεομάρτυρες, Μανουήλ Παλογούδας, Θεόδωρος Δημητρίου, Γεώργιος Κουρούνης και ο νεότερος Γεώργιος Καλακίκος κατάγονταν από τη Σαμοθράκη, ο δε Μιχαήλ από την Κύπρο, και μαρτύρησαν στη Μάκρη Αλεξανδρούπολης τη Δευτέρα του Θωμά 6 Απριλίου 1835. Η μνήμη τους τιμάται κάθε χρόνο την Κυριακή του Θωμά. Όταν έγινε η Επανάσταση του 1821 πολλοί Τούρκοι από τις γύρω περιοχές επέδραμαν στη Σαμοθράκη και κατέσφαξαν το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων, ιδιαίτερα τους άνδρες, τις δε γυναίκες και τα παιδιά τους πούλησαν σκλάβους στην Ανατολή, στην Ευρώπη και στην Αίγυπτο. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και οι Άγιοι μάρτυρες, οι οποίοι σκλαβώθηκαν και με τη βία αρνήθηκαν τον Χριστό και έγιναν μουσουλμάνοι. Μετά από χρόνια επέστρεψαν στη Σαμοθράκη και εγκαταλείποντας την πλάνη μέσα από ειλικρινή μετάνοια, ζούσαν πλέον ως χριστιανοί. Αλλά όταν στο νησί ήρθε νέος καδής, τους συνέλαβε, τους φυλάκισε στη Μάκρη Αλεξανδρούπολης και τους βασάνισε για να αλλαξοπιστήσουν. Τελικά μαρτύρησαν στις 6 Απριλίου 1835 στη Μάκρη.
Στις παραμονές της Επανάστασης του 1821 οι θρακικές κοινότητες δραστηριοποιήθηκαν δυναμικά με τη μύηση Ελλήνων στη Φιλική Εταιρεία. Ο έμπορος της Μόσχας με καταγωγή από τη Φιλιππούπολη Αντώνιος Κομιζόπουλος το 1815 εγγράφτηκε ως τέταρτο μέλος της Φιλικής Εταιρείας μαζί με τους Εμμανουήλ Ξάνθο από την Πάτμο, Αθανάσιο Τσακάλωφ από τα Ιωάννινα και Νικόλαο Σκουφά από την Άρτα. Μάλιστα ο Αντώνιος Κομιζόπουλος αναφέρεται από τον Ξάνθο ως χρηστοήθης και έντιμος, και σε ολόκληρη τη διάρκεια της Επανάστασης συνέχισε να συμβάλει ηθικά και υλικά για την ευόδωση του αγώνα από τη Μόσχα, που ήταν η έδρα των επιχειρήσεών του. Το σπίτι του σώζεται στη Φιλιππούπολη και λειτουργεί ως εθνογραφικό μουσείο.
Γνωστά μέλη της Φιλικής Εταιρείας υπήρξαν οι Θρακιώτες αδελφοί Κυριάκος, Σταμάτης και Αλέξανδρος Κούμπαρης από τη Μεσημβρία, έμποροι που δραστηριοποιούνταν στην Οδησσό. Μετά τη σύσταση της νέας εφορείας της Οδησσού από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο Αλέξανδρος Κούμπαρης συμμετείχε ενεργά στη δράση της. Ο Υψηλάντης, δυσαρεστημένος από την περιορισμένη οικονομική υποστήριξη των πλουσίων Φιλικών της Οδησσού, ανέθεσε στον Σταμάτη Κούμπαρη να βρει χρήματα και αυτός άρχισε να μυεί μαζικά τους κατοίκους της Οδησσού στη Φιλική Εταιρεία προκειμένου να εξασφαλίσει οικονομική υποστήριξη. Ο Κωνσταντίνος Κούμπαρης υπήρξε επόπτης των εφορειών της Φιλικής Εταιρείας, ενώ στα βασικά στελέχη της Φιλικής Εταιρείας της Οδησσού συγκαταλέγεται και ο Γρηγόριος Μαρασλής από τη Φιλιππούπολη.
Οι αδελφοί Θεόδωρος, Πασχάλης, Αθανάσιος και Κωνσταντίνος Ξενοκράτης κατάγονταν από το Σαμάκοβο. Ο Κωνσταντίνος Ξενοκράτης κατατάχτηκε στον Ιερό Λόχο, συμμετείχε και διακρίθηκε στη μάχη του Δραγατσανίου και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι. Ο Ξενοκράτης διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας του για την ίδρυση σχολείων στη γενέτειρά του Σαμάκοβο, στη Βιζύη, αλλά και στο Μεσολόγγι (Ξενοκράτειο Παρθεναγωγείο) και μετέτρεψε το σπίτι του στο Βουκουρέστι σε νοσοκομείο για την περίθαλψη των Ελλήνων.
Το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία, στο οποίο συμμετείχαν Θρακιώτες φοιτητές και εργαζόμενοι σε ευρωπαϊκές χώρες πλαισιώνοντας τον Ιερό Λόχο και συμμετέχοντας ηρωικά μαχόμενοι στη μάχη στο Δραγατσάνι, αποτέλεσε τον αντιπερισπασμό ώστε να ξεσπάσει και να εδραιωθεί η Επανάσταση στη Νότια Ελλάδα. Οι Τούρκοι, λοιπόν, έστειλαν στρατεύματα για να συντρίψουν το κίνημα στη Μολδοβλαχία, λόγω του ονόματος και της τόλμης του Αλέξανδρου Υψηλάντη, αλλά απασχόλησαν αναγκαστικά στρατιωτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για την αιματηρή κατάπνιξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο και τη Στερεά.
Στην επανάσταση στη Μολδοβλαχία συμμετείχε και ο Αθανάσιος Καραμπελιάς ή Μπελιάς από την Κορνοφωλιά του Έβρου. Αρχικά, είχε σχηματίσει δικό του αντάρτικο σώμα στο Σουφλί, αλλά αργότερα, αφού το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία, αναχώρησε μέσω του Αίμου για τη Ρουμανία και τάχθηκε στο πλευρό του Αλέξανδρου Υψηλάντη, τον οποίο και ακολούθησε σε πολλές μάχες. Όταν ο Υψηλάντης διέφυγε στην Αυστρία, ο Καραμπελιάς κατευθύνθηκε προς τον Νότο, αλλά διασχίζοντας την οροσειρά της Ροδόπης, έπεσε σε τουρκική ενέδρα, τραυματίστηκε σοβαρά, συνελήφθη, μεταφέρθηκε σιδηροδέσμιος στην Αδριανούπολη όπου και απαγχονίστηκε. Η ηρωική μορφή του Καραμπελιά απαθανατίστηκε σε δημοτικά τραγούδια.
Στις παραμονές της Επανάστασης του 1821 και για να ενισχύσει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στις παραδουνάβιες περιοχές ο αρχιεπίσκοπος Λιτίτσης Σωφρόνιος συγκρότησε επαναστατικό σώμα από κατοίκους του Ορτακίου και της Μανδρίτσας με αρχηγό τον Δερέμπεη. Οι αγωνιστές αυτοί πολέμησαν στις παραδουνάβιες περιοχές μέχρι την καταστολή του κινήματος του Αλέξανδρου Υψηλάντη και έλαβαν μέρος στην επανάσταση της Μολδοβλαχίας, στη συνέχεια κατευθύνθηκαν στην Ήπειρο και από εκεί βρέθηκαν στη Ρούμελη για να συνεχίσουν τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Το 1821 λόγω των επαναστατικών κινήσεων και της οργάνωσης απελευθερωτικού κινήματος στην περιοχή του Ορτακίου εκτελέστηκαν προύχοντες στη θέση που πήρε το όνομα Παλουκωμένοι, μεταξύ Ορτακίου και Λίτιτσας, λόγω αυτής της εκτέλεσης.
Στις 18 Απριλίου 1821 απαγχονίστηκαν στην Αδριανούπολη 26 Έλληνες πρόκριτοι δίπλα στην πόρτα του μητροπολιτικού ναού. Ο πρώην οικουμενικός πατριάρχης Κύριλλος Στ’ (ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Σερπετζόγλου από την Αδριανούπολη) συνελήφθη στην Αδριανούπολη, διαπομπεύτηκε στους δρόμους της πόλης από γενιτσάρους και απαγχονίστηκε από κιγκλίδωμα παραθύρου του μητροπολιτικού μεγάρου. Το σκήνωμά του, όπως και των προκρίτων, ρίχτηκε στον ποταμό Έβρο, περισυνελέγη στο Χειμώνιο από κατοίκους του Πυθίου και ενταφιάστηκε στο σπίτι του μυλωνά Χρήστου Αργυρίου.
Ο μητροπολίτης Αδριανουπόλεως Δωρόθεος απουσίαζε από την Αδριανούπολη όταν οι Τούρκοι σφάγιασαν τους προκρίτους της και τον πρώην οικουμενικό πατριάρχη Κύριλλο Στ’. Λίγο αργότερα ο μητροπολίτης Δωρόθεος συνελήφθη στην Κωνσταντινούπολη και απαγχονίστηκε. Παράλληλα με την περίοδο της έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης 3.000 περίπου κάτοικοι της Σωζόπολης με ηγέτη τον μητροπολίτη Σωζοπόλεως Παΐσιο εξεγέρθηκαν. Μετά την αποφασιστική μάχη στη θέση Κιούπκιοϊ κοντά στον ποταμό Ροπόταμο, ανάμεσα στην Αγαθούπολη και στη Σωζόπολη, στις 25 Απριλίου 1821 η Σωζόπολη καταλήφθηκε από τα τουρκικά στρατεύματα. Οι Έλληνες πρόκριτοι συνελήφθησαν και απαγχονίστηκαν στην πλατεία της πόλης, ανάμεσά τους και μετά από βασανιστήρια ο μητροπολίτης Παΐσιος, ο οποίος αρνήθηκε να αποκηρύξει το επαναστατικό κίνημα. Το σκήνωμά του ρίχτηκε στο Ροπόταμο, αλλά Έλληνες ψαράδες το περισυνέλεξαν και το έθαψαν κρυφά στην τοποθεσία Κουρνιά, που πήρε την ονομασία ο τάφος του Δεσπότη.
Μετά την έναρξη της Επανάστασης του 1821 επαναστατικές ενέργειες παρατηρήθηκαν και στην Αίνο (τέλη Απριλίου-αρχές Μαΐου 1821), όταν οι Αινίτες κατέλαβαν προσωρινά το κάστρο. Στην απελευθέρωση της πόλης βοήθησαν πλοία των Ψαριανών και των Αινιτών και διακρίθηκε ο πλοίαρχος Χατζή Αντώνης Βισβίζης, ο οποίος διοικούσε το μπρίκι του Καλομοίρα με πλήρωμα 140 ναύτες μαζί με τη γυναίκα του, Δόμνα Βισβίζη. Η Αίνος παρέμεινε για αρκετές μέρες ελεύθερη. Μετά από τα γεγονότα της Αίνου, ο Χατζή Αντώνης Βισβίζης επιβίβασε στο καράβι τη γυναίκα του Δόμνα και τα 5 παιδιά του και ενώθηκε με τον ελληνικό στόλο. Υποστήριξε με το καράβι του την επανάσταση του Εμμανουήλ Παπά στη Χαλκιδική, συμμετείχε στις ναυμαχίες του Άθω, της Λέσβου και της Σάμου και το 1822 υποστήριξε με τα κανόνια του τις επιχειρήσεις των Δημητρίου Υψηλάντη, Οδυσσέα Ανδρούτσου και Νικηταρά στην Αγία Μαρίνα Λαμίας για να σταματήσουν την κάθοδο του Μαχμούτ Δράμαλη πασά νοτιότερα. Μετά τον θάνατό του σε μάχη (21 Ιουλίου 1822), το έργο του συνέχισε η ηρωίδα γυναίκα του, Δόμνα Βισβίζη, συμμετέχοντας στην πολιορκία του Ευρίπου, όπου και διακρίθηκε. Μάλιστα, ο γιος τους Θεμιστοκλής Βισβίζης που φιλοξενήθηκε στο Παρίσι από Γάλλους φιλέλληνες αποτέλεσε το πρότυπο για μία ωδή του Βίκτωρος Ουγκώ. Η οικογένεια Βισβίζη θυσίασε στον αγώνα της Ανεξαρτησίας μέλη της, όλη την περιουσία της και το επιβλητικό πλοίο της Καλομοίρα, το οποίο έκανε το τελευταίο του ταξίδι ως πυρπολικό για να ανατιναχθεί, από τον πυρπολητή Ανδρέα Πιπίνο στα στενά του Τσεσμέ, η φρεγάτα Χαζνέ Γκεμισί, το θησαυροφυλάκιο του τουρκικού στόλου.
Ο μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος υπήρξε ένα από τα ενεργά στελέχη της Φιλικής Εταιρείας, δραστηριοποιήθηκε στη Θάσο και συνέβαλε με τις ενέργειές του και με τη συνεργασία του προέδρου του νησιού Χατζή Γιώργη. Ο τελευταίος είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον συμπατριώτη του αγωνιστή αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Σταματιάδη, για να επαναστατήσουν οι Θασίτες την άνοιξη του 1821. Στη συνέχεια, ο μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος ξεκίνησε από τη Θάσο μαζί με Μαρωνίτες, κατοίκους της Μάκρης και μερικούς Θασίτες για το Άγιον Όρος προκειμένου να συναντηθεί με τον Εμμανουήλ Παπά, ο οποίος βρισκόταν στην Ιερά Μονή Εσφιγμένου. Στο Πρωτάτο των Καρυών τον Μάιο του 1821, μαζί με τον Εμμανουήλ Παπά, ο μητροπολίτης Κωνστάντιος ευλόγησε τα όπλα των επαναστατών της Χαλκιδικής και έχασε τη ζωή του στη μάχη της Ρεντίνας.
Τέλος, σημαντικό ρόλο στους ναυτικούς αγώνες των Θρακιωτών διαδραμάτισαν οι Αινίτες Χατζή Φραντζής Κούταβος, ο γιος του Μαργαρίτης Κούταβος και ο ανιψιός του Κωνσταντίνος Κούταβος. Ο Χατζή Φραντζής Κούταβος διακρίθηκε για τη γενναιότητά του σε πολλές μάχες και άφησε σημαντικές μαρτυρίες για τον αγώνα στην αλληλογραφία του και στα επίσημα έγγραφα που αντάλλασσε με την ελληνική διοίκηση. Ο γιος του Μαργαρίτης Κούταβος με το πλοίο τους Ποσειδών συμμετείχε στην εκστρατεία του Ολύμπου και της Χαλκίδας, ενώ έσωσε πολλές ζωές συμπατριωτών του στην καταστροφή της Χίου και στην Εύβοια κατά την εκστρατεία του Μαχμούτ Δράμαλη πασά το 1822.