Η Βασίλισσα της σιωπής
Ήσυχα και σιωπηλά στην γη περπάτησες
ακροπατώντας στην κτίση την ζωή σου πέρασες.
Μέρα και νύχτα ανασαίνοντας προσευχή
αιωνιότητα ονειρευόταν του ύπνου σου η ευχή.
Πιο ήρεμη και απ’ την δροσιά που την αυγή νοτίζει
πράο το περπάτημα σου, ηλιαχτίδα να θυμίζει.
Πιο ήρεμη και απ’ τον καλοκαιρινό γαλάζιο ουρανό
πλούσια βασίλισσα, βασίλισσα της σιωπής,
κάλλυνε την ψυχή μου με την διαυγή σιωπή σου
δείξε μου τον ουρανό με τον Βασιλιά Υιό σου.
Δεν υπάρχει μπόρα καμμία που εσύ να φοβάσαι.
Σαν ξάστερος χώρος πάνω απ’ την θύελλα στέκεις.
Ο πλούτος των αστεριών κρύβει την γήινη καταιγίδα
την αποκαλύπτει το φως και η διαυγής σιωπή
και η σιωπή σου φανερώνει τον πλούτο του ουρανού
η σιωπή βλέπει εσένα, Παρθένε, και σε δοξάζει
Εσύ αθόρυβα βλασταίνεις σαν το χόρτο του βουνού
άφωνη, άηχη σαν το γαλάζιο του ουρανού
άφωνη, άηχη σαν της θάλασσας το βάθος.
Βασίλισσα της σιωπής, νεότητα χωρίς χρόνια.
Ώ! Ποιός άλλος μπορεί να γεννήσει του Θεού τον Υιό
εκτός από μια τέτοια ρωμαλέα βασιλική σιωπή.
Ώ! ποιος μπορεί να δώσει σε μένα την ειρήνη
εκτός από σένα βασίλισσα της χάριτος.
Θύελλα δεν σκιάζεσαι, μέσα στην καταιγίδα βαδίζεις
με βελούδινο χέρι τους ναυαγούς οδηγείς
αμαρτία δεν φοβάσαι και την λάσπη την διώχνεις.
Ειρηνικά σαν την αιωνιότητα τ’ άγρια πάθη βαπτίζεις.