Διαβάζετε τώρα
Το σωστικό χελιδόνι…

Το σωστικό χελιδόνι…

  • Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Ὅταν τὰ χελιδόνια μένουν ἀπὸ τροφὴ καὶ τὸ κρύο πλησιάζει, ξεκινοῦν τὸ ταξίδι τους γιὰ τὰ θερμὰ κλίματα. Ἐκεῖ θὰ βροῦν πολὺ ἥλιο καὶ ἀρκετὴ τροφή. Ἕνα χελιδόνι πετᾶ μπροστά, δοκιμάζει τὸν ἀέρα καὶ δείχνει τὸ δρόμο. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα χελιδόνια ἀκολουθοῦν τὴν πορεία του.

Ὅταν οἱ ψυχὲς μας μένουν ἀπὸ τροφὴ στὸν ὑλικὸ κόσμο κι ὅταν ἡ κρυάδα τοῦ θανάτου πλησιάζει, τότε τί καλὰ θὰ ἦταν νὰ ὑπῆρχε ἕνα χελιδόνι σὰν κι ἐκεῖνο, νὰ μᾶς ὁδηγήσει σὲ τόπο θερμό, ὅπου θὰ βρίσκαμε πολλὴ πνευματικὴ ζέστη καὶ τροφή! Ὑπάρχει ἄραγε τέτοιος τόπος; Καὶ μποροῦμε ἄραγε νὰ βροῦμε τέτοιο χελιδόνι;

Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δὲν ὑπάρχει κανένας πού νὰ μπορεῖ νὰ δώσει ἀξιόπιστη ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτό. Μόνο ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει καὶ μάλιστα μὲ βεβαιότητα. Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει τὸ κομμάτι ἐκεῖνο τοῦ παραδείσου πού νοσταλγεῖ ἡ ψυχή μας, τώρα πού ζεῖ στὸ παγωμένο σύθαμπο τῆς ἐπίγειας ὕπαρξής μας. Γνωρίζει ἐπίσης τὸ εὐλογημένο ἐκεῖνο χελιδόνι, τὸ πρῶτο πού πετάει πρὸς τὸν τόπο τῆς νοσταλγίας, τῆς ἐπαγγελίας, πού διαλύει τὸ σκοτάδι, διαπερνᾶ μὲ τὰ δυνατὰ φτερὰ του τὴ βαριὰ ἀτμόσφαιρα ἀνάμεσα σὲ γῆ καὶ οὐρανὸ κι ἀνοίγει τὸ δρόμο γιὰ τὸ σμῆνος πού ἀκολουθεῖ. Κι ἀκόμα ἡ στρατευόμενη Ἐκκλησία στὴ γῆ θὰ σοῦ πεῖ γι’ ἀμέτρητα σμήνη χελιδονιῶν πού ἀκολούθησαν τὸ πρῶτο Χελιδόνι καὶ πέταξαν μαζί Του στὸν εὐλογημένο τόπο, ὅπου ἀφθονοῦν ὅλα τ’ ἀγαθὰ, τὸν τόπο τῆς αἰώνιας ἄνοιξης.

Θὰ ἔχεις ἀντιληφθεῖ πώς μὲ τὸ σωστικὸ αὐτὸ χελιδόνι ἐννοῶ τὸν ἀναληφθέντα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἴδιος δὲν εἶπε πώς εἶναι ἡ Ὁδός; Δὲν εἶπε ὁ ἴδιος στοὺς ἀποστόλους, «πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ὑμῖν· καὶ ἐὰν πορευθῶ καὶ ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον, πάλιν ἔρχομαι καὶ παραλήψομαι ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν» (Ἰωάν. ιδ’ 2, 3); Καὶ πρὶν ἀπ’αὐτὸ δὲν τοὺς εἶχε πεῖ, «κἀγώ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν» (Ἰωάν. ιβ’ 32); Ὅλ’ αὐτὰ πού ὁ ἴδιος εἶχε πεῖ, ἄρχισαν νὰ ἐκπληρώνονται λίγες βδομάδες ἀργότερα καὶ συνεχίζουν νὰ ἐκπληρώνονται μέχρι σήμερα καὶ θὰ ἐκπληρώνονται ὡς τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Αὐτὸ σημαίνει πώς ὁ Χριστός, πού ἦταν ἡ ἀρχή τῆς πρώτης δημιουργίας τοῦ κόσμου, ἔγινε ἀρχή καὶ τῆς δεύτερης δημιουργίας ἢ ἡ εὐλογημένη ἀνακαίνιση τῆς παλιᾶς. (…)

Αἰνοῦμε κι εὐλογοῦμε τὸν Κύριο, γιατί μὲ τὴν Ἀνάληψή Του φώτισε τὸ νοῦ μας γιὰ νὰ δοῦμε τὸ δρόμο καὶ τὸν προορισμὸ τῆς ζωῆς μας. Αἰνοῦμε κι εὐλογοῦμε τὸν Πατέρα, πού μὲ τὴν ἀγάπη Του ἀνταποκρίνεται στὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν Υἱό καὶ ἐνοικεῖ, μαζὶ μὲ τὸν Υἱό, σὲ ὅλους ἐκείνους πού ὁμολογοῦν καὶ τηροῦν τὶς ἐντολές Του. Ἔχουμε διαρκῶς τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ στὸ νοῦ μας, τοὺς αἰνοῦμε καὶ τοὺς εὐλογοῦμε ὅπως ἔκαναν οἱ ἀπόστολοι στὴν Ἱερουσαλὴμ κι ἀναμένουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸν Παράκλητο, νὰ ἔρθει καὶ σέ μᾶς. Περιμένουμε Ἐκεῖνον πού μᾶς ἐπισκιάζει ὅλους στὸ βάπτισμα, ἀλλά ἀποσύρεται ὅταν ἁμαρτάνουμε.

Εἴθε ν’ ἀνακαινιστεῖ μέσα μας ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ οὐράνιος. Εἴθε κι ἐμεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους νὰ αἰνοῦμε καὶ νὰ εὐλογοῦμε τὸν ἀναληφθέντα στοὺς οὐρανοὺς Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, στὸν Ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα καὶ ὕμνος, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

(Απόσπασμα από την ομιλία “Η Ανάληψη του Κυρίου” από το βιβλίο “Ἀναστάσεως Ἡμέρα”, ἐκδ. Πέτρου Μπότση)