23 Νοεμβρίου: εορτή Άγιου Αμφιλοχίου,
επισκόπου και πολιούχου Ικονίου Μικράς Ασίας
Με την ευκαιρία της εορτής του πολιούχου του Ικονίου και σε ανάμνηση των εξ Ικονίου προερχομένων προσφύγων (Κονιαλήδων) ανατρέχουμε στη ιστορία του:
Το Ικόνιο της Μικράς Ασίας υπήρξε σημαντικό κέντρο του Μικρασιατικού Ελληνισμού και αποτελούσε πόλη με ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Από το μεσαίωνα ακόμη ήταν έδρα Μητρόπολης με συνολικό χριστιανικό πληθυσμό να ανέρχεται σε 53.225 πιστούς και την πόλη του Ικονίου να αριθμεί τους 3.000 ελληνορθόδοξους. Οι Άραβες το ονόμαζαν »Ρουμ», δηλαδή χώρα των Ρωμιών, χαρακτηρισμός που αποδιδόταν και σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία. Η ελληνική παιδεία ήταν ανεπτυγμένη σε όλες τις βαθμίδες: από νηπιαγωγεία μέχρι αστικές σχολές αρρένων και θηλέων. Στο Ικόνιο υπήρχαν επίσης δύο δυτικές σχολές.
Η ελληνική δραστηριότητα βέβαια κυριαρχούσε και στην οικονομία του Ικονίου και της ευρύτερης περιοχής (επαρχία Λυκαονίας) με κυριότερες επαγγελματικές ασχολίες αυτές της ταπητουργίας, της επεξεργασίας δερμάτων, της παραγωγής πυρίτιδας και της κτηνοτροφίας. Κατασκευάζονταν επίσης τα διαδεδομένα στην Ανατολή πιλήματα (κετσέδες). Μετά την Καταστροφή και την Ανταλλαγή Πληθυσμών, οι εξ Ικονίου πρόσφυγες μεταφυτέυουν την τέχνη της ταπητουργίας στην Ελλάδα καθώς αυτή ήταν σχεδόν άγνωστη στον κυρίως ελλαδικό κορμό πριν την έλευση των προσφύγων.
Περί τα μέσα του 1ου μ.Χ. αιώνα και κατά τη διάρκεια της πρώτης αποστολικής του περιοδείας ο Απόστολος Παύλος έφτασε από την Αντιόχεια στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας για να κηρύξει το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Αγιολογικά, η περιοχή του Ικονίου έχει σημαντική θέση καθώς αποτελεί την πατρίδα πλήθους μαρτύρων όπως η αγία Θέκλα , που πίστεψε στον Χριστό μετά το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου στο Ικόνιο και υπήρξε η πρώτη γυναίκα μάρτυρας του Χριστιανισμού και ισαπόστολος. Η αγία Ιουλίττα και ο γιός της Κήρυκος , έζησαν στο Ικόνιο την εποχή του Διοκλητιανού (τέλη του 3ου–αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ.), μαρτύρησαν για την πίστη τους και η μνήμη τους διαδώθηκε σε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο. Τον 4ο αιώνα, ο οποίος θεωρείται ως ο χρυσός αιώνας της Θεολογίας της Εκκλησίας, ποίμανε την επισκοπή Ικονίου ο άγιος Αμφιλόχιος. Ήταν Καππαδόκης, καθώς γεννήθηκε στην Καισάρεια, ενώ ως επίσκοπος Ικονίου έλαβε μέρος στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη το 381 και θεωρείται εφάμιλλος του Μ. Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου Νύσσης και του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.
Επίσης, στην περιοχή του Ικονίου βρισκόταν το φημισμένο μοναστηριακό συγκρότημα του τοπικού αγίου Χαρίτωνος. Οι μουσουλμάνοι θεωρούσαν και αυτοί τον τόπο ιερό και ήταν σύνηθες το φαινόμενο να προσέρχονται εκεί για να προσευχηθούν και να συζητήσουν με τους Έλληνες μοναχούς.
Ακόμα και το τάγμα των Δερβίσηδων που έχει έδρα το Ικόνιο, με την ευλάβεια και τις αξίες που το χαρακτηρίζουν, δεν αφήνει αμφιβολία πως επηρεάστηκε από τον έντονο χριστιανικό χαρακτήρα της περιοχής. Υποστηρίζεται μάλιστα ότι οι Δερβίσηδες ήταν απόγονοι εξισλαμισμένων χριστιανών ή βυζαντινών μοναχών, καθώς εύγλωττα το αναφέρει επιγραφή σε ένα ιερό τους: »Ειμί πατρός λευκοίο μέλαν τέκος, άπτερος όρνις, άχρι και ουρανίων ιπτάμενος νεφέων. Κούραις δ’ αντομένησιν απένθεα δάκρυα τίκτω».
Στους Έλληνες της περιοχής είχε απαγορευτεί η χρήση της ελληνικής γλώσσας καθώς στο δίλημμα που τους ετέθη από τους Οθωμανούς διοικητές, διατήρηση της γλώσσας τους ή της πίστης τους, αυτοί επέλεξαν το δεύτερο. Έτσι με τον καιρό έφτασαν να ομιλούν μια διάλεκτο – μίξη τουρκικής και ελληνικής γλώσσας, τα καραμανλίδικα. Η καραμανλίδικη διάλεκτος είχε και γραπτή μορφή η οποία αποδιδόταν από τους κατοίκους με ελληνικά γράμματα ώστε να μην ξεχαστεί ολοκληρωτικά η ελληνική γλώσσα. Μεγάλα τυπογραφεία της εποχής εκτύπωναν πολλά βιβλία στα καραμανλίδικα όπως το Ιερό Ευαγγέλιο, ο Ακάθιστος Ύμνος, Προσευχητάρια κ.ά.
Έτερο στοιχείο που καταδεικνύει τον ελληνορθόδοξο χαρακτήρα της περιοχής είναι η στάση των χριστιανών μετά τη νεοτουρκική επανάσταση. Οι Νεότουρκοι προσπαθούσαν να οργανώσουν τουρκο-ορθόδοξη Εκκλησία, ανεξάρτητη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά την τουρκική γλώσσα προς παραπλάνηση των πιστών. Για το σκοπό αυτό πίεζαν ιερείς να προσχωρήσουν σε αυτό το »εκκλησιαστικό» μόρφωμα, το δε χριστιανικό ποίμνιο προσπαθούσαν να το παραπλανήσουν ή να το προσεταιρίσουν με τη βία. Ιδιαίτερα στην ευρύτερη εκείνη περιοχή της Ανατολίας – στα βάθη της Μικράς Ασίας – είχαν εγκλωβίσει τους ορθοδόξους και τους υπέβαλλαν σε φοβερές κακώσεις ώστε να αποσκιρτήσουν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αλλά απέτυχαν διότι οι χριστιανοί κατέστησαν τις δόλιες μεθοδεύσεις τους θνησιγενείς και το μόρφωμά τους ατροφικό, παραμένοντας σταθεροί στην ορθή πίστη έως και του μαρτυρίου με πρωτοστάτη τον άγιο Προκόπιο, Μητροπολίτη Ικονίου.
Ο εκλεγείς το 1911 Μητροπολίτης Ικονίου Προκόπιος ανέπτυξε πολύπτυχη δράση σε ποιμαντικό, εθνικό και εκπαιδευτικό επίπεδο. Συνέστησε νέες ελληνικές κοινότητες, ίδρυσε πολλά σχολεία και ανήγηρε ναούς. Για τον λόγο αυτό ο Μουσταφά Κεμάλ διέταξε την εξορία του από το Ικόνιο. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1920, ο Προκόπιος, μαζί με τον επίσκοπο των Αρμενίων και πάνω από 200 ντόπιους μουσουλμάνους προύχοντες, φυλακίστηκε με την κατηγορία ότι είχε δήθεν υποστηρίξει το αντικεμαλικό κίνημα του Μεχμέτ Ντελημπάς στο Ικόνιο. Ο Προκόπιος ακολούθως εξορίστηκε στο Ερζερούμ από τον Οκτώβριο του 1920 έως τον Μάιο του 1922. Μετά από τις αφόρητες ψυχικές και σωματικές ταλαιπωρίες στις οποίες είχε υποβληθεί, παρέδωσε την ψυχή του απομονωμένος στη Μονή Τιμίου Προδρόμου στο Ζιντζίντερε κοντά στην Καισάρεια, στις 20 Απριλίου 1923.
Η αγιότητα του Μητροπολίτη Προκοπίου και των συν αυτώ ορθόδοξων Μικρασιατών μαρτύρων αναγνωρίστηκε το 1993 από την Εκκλησία της Ελλάδος μαζί με του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης και των άλλων νεομαρτύρων της Μικρασιατικής Καταστροφής και της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Ανατολής.
Πρόσφυγες από το Ικόνιο διασκορπίστηκαν σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Μάλιστα στο Πέραμα Αττικής και την Καρδίτσα έχουμε περιοχές αμιγώς προσφυγικές με το όνομα Νέο Ικόνιο. Στις περισσότερες πόλεις της Ελλάδος υπάρχει οδός Ικονίου, προς τιμήν του ιστορικού αυτού κέντρου του Ελληνισμού.
Στη Δράμα εγκαταστάθηκαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την Ανταλλαγή των πληθυσμών Κονιαλήδες οι οποίοι δεν έφεραν τίποτα άλλο μαζί τους παρά μόνο το λείψανο της αγίας της πόλης τους, της αγίας Θέκλας, και το τοποθέτησαν με ευλάβεια στο Ναό των Αγίων Αναργύρων Δράμας.
Η Σύλλη του Ικονίου, κέντρο Ελληνισμού στην καρδιά της Μικρασίας.
Η Λυδία Κονιόρδου ερμηνεύει ένα νανούρισμα από την Καππαδοκία στην καραμανλίδικη διάλεκτο:
Του Χαγιαδιού μου τ’ άσλαμα
Τ’ Αχτσερενιού μ’ το φτέδι
Νενίμ νενίμ ουγιούρμουλα (άραγε κοιμάται το μωρό μου;)
Γιαβρίμ, κουτσούκ πεγιούρμουλα (άραγε μεγαλώνει το μικρό μου;)
Νανί, νανί, μικρό μ’ νανί
νανί το χαϊδεμένο
Νενί ντεϊπ ουγιούτ τουγούμ (που το κοίμιζα με νανούρισμα)
Ελμά βερίπ αβρούτ τουγούμ (που το παρηγορούσα μ’ ένα μήλο)
Κοιμάται οπού να το χαρώ
Και να το διω μεγάλο
Και να το διω της παντρειάς
Και ακόμα πιο μεγάλο.
» Ραμπι – ραμπι » ένα αγαπημένο τραγούδι των Κονιαλήδων. Ως καρσιλαμάς χορευόταν και συνόδευε κάθε χαρά και γλέντι τους _ (ηχογραφήθηκε μετά την Καταστροφή, με πιο γνωστή την ηχογράφηση με ερμηνεύτρια τη Ρόζα Εσκενάζυ).
-»Και πώς σωθήκατε τελικά , γιαγιά, πως τα καταφέρατε;».
Η πατρική απώλεια, ο βίαιος ξεριζωμός με την αναγκαστική εγκατάλειψη των εστιών, οι μαρτυρικές πορείες, το ατελείωτο ταξίδι δια του Αιγαίου προς τη Μητροπολιτική Ελλάδα. Και έπειτα ο αγώνας για το στήσιμο μιας νέας ζωής από το μηδέν: με το ανταλλάξιμο χέρσο χωράφι, τα ξεσπάσματα κατά των »τουρκόσπορων» και την ελονοσία…
-»Πώς;»
Και εκείνη με αφοπλιστική βεβαιότητα αποτυπωμένη στο γερασμένο βλέμμα, πάντα ταπεινά και ομολογητικά, διακήρυσσε μονολεκτικά δείχνοντας δειλά προς τα πάνω:
-‘’Παναΐα!’’
Thank you for your sharing. I am worried that I lack creative ideas. It is your article that makes me full of hope. Thank you. But, I have a question, can you help me?