Το απόγευμα της 27ης Αυγούστου του 1922, ενώ ο Τουρκικός Στρατός ήλεγχει πλέον πλήρως την Σμύρνη, ένας Ιταλός καθολικός ιερέας ενημέρωσε τους Γάλλους σχετικά με τον θανάσιμο κίνδυνο που διέτρεχε ο μητροπολίτης Χρυσόστομος. Πολύ σύντομα μια γαλλική περίπολος, αποτελούμενη από 20 ναύτες, κατέφθασε στην Μητρόπολη, την Αγία Φωτεινή, με σκοπό να φυγαδεύσει τον Χρυσόστομο. Οι Γάλλοι ζήτησαν από τον Μητροπολίτη να τους ακολουθήσει είτε στο προξενίο τους είτε στην καθολική εκκλησία της Sacre Coeur (Καρδιά του Ιησού).
Πολλοί είναι εκείνοι πού παρακαλούσαν τόν Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο νά φύγει γιά τήν Ελλάδα, όπως κάποιοι αρχιερείς τής Ανατολής πού είχαν διαφύγει τό μαρτύριο, αλλά εκείνος προτιμά νά βαδίσει στά ίχνη τού ιερομάρτυρος Πατριάρχου Γρηγορίου τού Ε/, πού καί αυτός είχε ξεκινήσει από τή Σμύρνη, καί είχε αρνηθεί πρίν από ενενήντα εννέα χρόνια, τό 1821, νά εγκαταλείψει τήν Κωνσταντινούπολη γιά νά σωθεί.
Αρνείται ο Σμύρνης Χρυσόστομος καί τίς παρακλήσεις τών προυχόντων καί τίς προσπάθειες τού αρχιεπισκόπου τών καθολικών, ο οποίος τού είχε εξασφαλίσει καί θέση σέ ένα πλοίο, προκειμένου νά αποφύγει τό μαρτύριο, τό οποίο όλοι έβλεπαν νά έρχεται.
Η απόφασή του είναι αμετάκλητη. «Παράδοσις τού ιερού μας κλήρου», λέγει στόν καθολικό αρχιεπίσκοπο, «αλλά καί υποχρέωση τού καλού ποιμένος είναι νά παραμείνει μέ τό ποίμνιό του». Καί αυτό κάνει ο Χρυσόστομος Σμύρνης. Μένει πιστός άχρι θανάτου όχι μόνο στόν Χριστό αλλά καί στό ποίμνιο πού Εκείνος τού εμπιστεύθηκε.
Η αγάπη στόν Χριστό αλλά καί στούς ανθρώπους δέν αφήνει τόν φόβο νά εισχωρήσει στήν ψυχή του. Μέ απόλυτη συναίσθηση τού χρέους του αλλά καί τής σημασίας πού είχε η παρουσία του ανάμεσα στόν Ελληνισμό τής Σμύρνης καί τής Ιωνίας, τόν κρατά όρθιο καί αποφασιστικό μέχρι τέλους. Καί ακόμη καί τίς τελευταίες ημέρες ο Μητροπολίτης Σμύρνης δέν ανησυχεί γιά τόν εαυτό του, δέν ανησυχεί τί πρόκειται νά συμβεί στόν ίδιο καί στούς άλλους αρχιερείς μέ τούς οποίους συζητά, αλλά τί θά γίνουν «τόσοι απροστάτευτοι χριστιανοί μας, πού αφέθησαν εις τή μανία τού τουρκικού πλήθους».
Στή Μητρόπολη τής Σμύρνης, στήν Αγία Φωτεινή, προσεύχεται γονατιστός μαζί μέ τούς πρόσφυγες, ανάμεσα στούς οποίους ήταν καί ο πατέρας μου, πού είχαν καταφύγει εκεί γιά νά βρούν προστασία καί προτιμά γιά άλλη μία φορά αυτή τήν κατανυκτική προσευχή από τήν πρόταση τού Αμερικανού προξένου πού τόν επισκέφθηκε στό γραφείο του γιά νά τού πεί ότι ένα αμερικανικό αντιτορπιλλικό τόν περιμένει στήν προκυμαία τής Σμύρνης καί ότι εκείνος θά τόν συνόδευε μέχρι εκεί γιά νά επιβιβασθεί μέ ασφάλεια καί νά φύγει.
Τότε λέγεται ότι ο Χρυσόστομος Σμύρνης σηκώθηκε από τή θέση του, πήρε τόν Αμερικανό πρόξενο από τό χέρι καί τόν οδήγησε στό παράθυρο, από όπου έβλεπε κανείς τήν αυλή τού Μητροπολιτικού ναού καί τό πλήθος τών προσφύγων πού βρισκόταν εκεί. Στή συνέχεια γύρισε πρός τόν πρόξενο καί τού επανέλαβε ό,τι είχε πεί στόν αρχιεπίσκοπο τών καθολικών καί ό,τι επαναλάμβανε σέ όλους τούς συνομιλητές του.
«Δέν μπορώ νά φύγω. Πού θά αφήσω τό ποίμνιό μου χωρίς ποιμένα. Τό καθήκον μου είναι νά μείνω εδώ μεταξύ τών χριστιανών μου».
Ο Αμερικανός πρόξενος συγκινημένος έσκυψε τό κεφάλι του καί είπε «Εύχομαι εις τόν Θεόν νά σάς προστατεύει».
Λίγο αργότερα, κατά τις 19.30, κατέφθασε ένας Τούρκος αξιωματικός, ο οποίος συνοδευόταν από δύο στρατιώτες. Οδήγησαν τον Χρυσόστομο στην πλατεία Διοικητηρίου, μαζί με δύο από τα πλέον εξέχοντα πρόσωπα της Σμύρνης: τον δημογέροντα Γεώργιο Κλιμάνογλου και τον νομικό Νικόλαο Τσουρουκτσόγλου, εκδότης της γαλλόφωνης εφημερίδας «La Reforme». Η γαλλική περίπολος ακολούθησε τον μητροπολίτη, ο οποίος βρισκόταν ήδη ενώπιον του Νουρεντίν πασά. Ο τελευταίος έδωσε εντολή να εκτελεστούν οι δύο δημογέροντες. Ακολούθως απευθύνθηκε στον Χρυσόστομο λέγοντάς του: «Εμείς, θα τα βρούμε μαζί». Και συνέχισε, εξυβρίζοντάς τον χυδαία και κατηγορώντας τον για την φιλελληνική του στάση και τις ενέργειές του εναντίον του Τουρκικού έθνους. Κατόπιν του ανακοίνωσε ότι το «επαναστατικό δικαστήριο της ανεξαρτησίας», στην Αγκυρα, είχε ήδη αποφασίσει την καταδίκη του σε θάνατο. Επειτα, ο Τούρκος αξιωματούχος κατευθύνθηκε προς το μπαλκόνι του κτηρίου, απ’ όπου αντίκρισε, στην πλατεία Διοικητηρίου, τη θέα μαινόμενου πλήθους, 1.500 περίπου Τούρκων, στους οποίους απηύθυνε τα παρακάτω λόγια, δείχνοντας συγχρόνως τον Χρυσόστομο: «Αν καλό σας έκανε τούτος να του το ανταποδώσετε. Αν κακό σας έκανε, κάντε του και εσείς κακό! Εγώ σας παραδίδω τον χιρσίζ ντομούζ (κλεφτογούρουνο). Το μαρτύριο του σεπτού ιεράρχη είχε μόλις αρχίσει.
Ο Τουρκικός όχλος, τελώντας σε έξαλλη κατάσταση, παρέλαβε τον Χρυσόστομο. Επιτέθηκε εναντίον του κτυπώντας τον με γροθιές, λοστούς και ξύλα και τον οδήγησαν σε ένα κουρείο, όπου τον ανάγκασαν να φορέσει μια λευκή μπλούζα. Στην συνέχεια, του ξερίζωσαν τη γενειάδα και τον έσυραν στην τουρκική συνοικία, προπηλακίζοντας και πτύνοντάς τον. Εκεί του επεφύλαξαν έναν αργό και βασανιστικό θάνατο: τον μαχαίρωσαν σε πολλά σημεία του σώματός του, εξόρυξαν τους οφθαλμούς του και του έκοψαν τα αυτιά και την μύτη.
Το 1992, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδας ανακήρυξε τον Χρυσόστομο άγιο και εθνοϊερομάρτυρα της Εκκλησίας μας.
Your point of view caught my eye and was very interesting. Thanks. I have a question for you.