Επί δέκα χρόνια οι φιλελεύθεροι διεκδικούσαν τη διενέργεια ανόθευτων εκλογών, την καθιέρωση προσόντων στις προσλήψεις και την επιβολή αξιοκρατίας στις δημόσιες θέσεις. Ο νέος Γενικός Διοικητής Κρήτης Σαρτίνσκυ πασάς αποφάσισε να αντιταχθεί στο διεφθαρμένο καθεστώς των Συντηρητικών προχωρώντας σε απολύσεις των υπαλλήλων που σε ποσοστό 3/5 είχαν διορισθεί από αυτούς. Στις εκλογές που διενεργήθηκαν τον Απρίλιο του 1889 οι Φιλελεύθεροι κατήγαγαν συντριπτική νίκη. Οι συντηρητικοί δεν θέλησαν να αποδεχθούν την ήττα τους και στη συνεδρίαση του νομοθετικού σώματος της 6ης Μάϊου κατέθεσαν ψήφισμα, με το οποίο ζητούσαν την άμεση κήρυξη της Ένωσης με την Ελλάδα και κάλεσαν τους οπαδούς τους σε ένοπλες συναθροίσεις στα βουνά. Στην πραγματικότητα το κίνητρό τους ήταν η απομάκρυνση του Πολωνικής καταγωγής Σαρτίνσκυ, ο οποίος προχωρούσε σε απολύσεις της στρατιάς των υπαλλήλων, που είχαν μάλιστα διορισθεί σε θέσεις με ανύπαρκτο αντικείμενο.
Ήταν ένα κίνημα που έσερνε την ιδέα της Ένωσης στον «βόρβορο των κομματικών παθών, χρησιμεύουσα ως αντιπολιτευτικόν απλώς όργανον», όπως αναφέρει ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο ιδιόγραφο κείμενό του για το πραξικόπημα του 1889. Ο Βενιζέλος, που είχε εκλεγεί βουλευτής με τους Φιλελεύθερους, αντιλήφθηκε αμέσως τους κινδύνους από το δημαγωγικό αυτό διάβημα και έσπευσε να το αποδοκιμάσει. Ο κομματικός αγώνας και τα «φλεγμονούντα πολιτικά πάθη», έγραψε, ωθούσαν την Κρήτη και πάλι σε έναν πρόωρο επαναστατικό αγώνα, από τον οποίο κινδύνευε να εξέλθει εξασθενημένη, ανίκανη να αγωνιστεί για την ένωση την κατάλληλη ώρα. Ο νεαρός βουλευτής πίστευε ότι επρόκειτο για ένα πραξικόπημα με αντεθνικούς, εν τέλει, στόχους και ότι η αντιδραστική μερίδα οδηγούσε την Κρήτη στο βάραθρο, ενώ παράλληλα επεδίωκε να εκθέσει στην κοινή γνώμη το Κόμμα των Φιλελευθέρων κατηγορώντας το ως δήθεν αντίθετο προς την ένωση.
Ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης στην Αθήνα καταδίκασε αμέσως το πραξικόπημα ως αντεθνικό τονίζοντας ότι δεν επρόκειτο να σύρει τη χώρα πίσω από τυχοδιωκτικά κινήματα μόνο και μόνο για να αποφύγει τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης ότι προδίδει την Κρήτη. Ο μεγάλος εκείνος πολιτικός πίστευε ότι η κρητική ηγεσία όφειλε να πειθαρχεί στα κελεύσματα της ελληνικής κυβέρνησης, διότι η αλυτρωτική πολιτική έπρεπε να είναι ενιαία και να εκπορεύεται από την Αθήνα.
Στο μεταξύ στην ελληνική πρωτεύουσα επικρατούσε πολεμικό κλίμα και ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Θεόδωρος Δηλιγιάννης κατηγορούσε τον Τρικούπη ότι ξεπουλούσε την Κρήτη, ενώ ταυτόχρονα υποκινούσε διαδηλώσεις που κατέληγαν σε αιματηρές συγκρούσεις με την αστυνομία. Παράλληλα ο αντιπολιτευόμενος Τύπος εξαπέλυσε οχετό ύβρεων και συκοφαντιών κατά του Μεσολογγίτη πολιτικού αποκαλώντας τον «Εγγλέζο», όργανο δηλαδή των Άγγλων. Φυσικά ο Τρικούπης αρνήθηκε να υποκύψει στις πολεμικές κραυγές του πεζοδρομίου, των εφημερίδων και της αντιπολίτευσης. Ενώπιον της Βουλής ήταν κατηγορηματικός: η Ελλάδα ήταν στρατιωτικά ανέτοιμη για έναν πόλεμο με την Τουρκία και συνεπώς το Κρητικό ζήτημα δεν μπορούσε να αποκοπεί από το γενικότερο πρόβλημα του υπόδουλου ελληνισμού. Και τόνισε: «έχομεν την απαίτησιν [οι Κρήτες] να υποτάσσωνται εις την γνώμην ημών». Ήταν μια πολιτική ξεκάθαρη απέναντι στις λαϊκές χίμαιρες, τη δημαγωγική αντιπολίτευση και στην καταστροφική τακτική της ανεύθυνης ηγεσίας των Χανίων.
Οι Συντηρητικοί στην Κρήτη όχι μόνο αψήφησαν τις συμβουλές και τις οδηγίες της κυβέρνησης της Αθήνας και του ελληνικού προξενείου στα Χανιά, αλλά έφτασαν στο σημείο να αποκηρύξουν την ελληνική κυβέρνηση και να αναζητήσουν στήριγμα στο ρωσικό προξενείο στα Χανιά, ανακηρύσσοντας τη Ρωσία προστάτιδα της Κρήτης.
Η συνέχεια υπήρξε οδυνηρή. Η Κρήτη πλήρωσε με αίμα, τρομοκρατία, διωγμούς και καταστροφές το επιπόλαιο και δημαγωγικό κίνημα των Συντηρητικών. Το οθωμανικό καθεστώς έστειλε ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, που χωρίς σοβαρή αντίσταση κατέστειλαν το κίνημα. Ταυτόχρονα επέβαλε τον στρατιωτικό νόμο και βρήκε μια ανέλπιστη ευκαιρία να αφαιρέσει τα προνόμια που είχε παραχωρήσει με τη Σύμβαση της Χαλέπας. Οι ανθρώπινες απώλειες και οι υλικές καταστροφές ήταν μεγάλες και έφεραν σε απόγνωση τον Κρητικό λαό. Η απογοήτευση και η πτώση του ηθικού οδήγησε αρκετούς Κρητικούς να αναζητήσουν ασφάλεια στη βρετανική προστασία. Άρχισε και πάλι να κερδίζει έδαφος η ιδέα η Κρήτη να γίνει βρετανικό προτεκτοράτο, προοπτική που προωθούσε ο Βρετανός πρόξενος στα Χανιά καθώς και ο αγγλικός Τύπος.
Hello there, just became aware of your blog
through Google, and found that it is truly informative.
I am gonna watch out for brussels. I will appreciate
if you continue this in future. Many people will
be benefited from your writing. Cheers!
Im not that much of a internet reader to be honest but your sites really nice, keep it up!
I’ll go ahead and bookmark your website to come back later.
Cheers
You have mentioned very interesting details! ps nice internet
site. Travel blog