Διαβάζετε τώρα
Στήν προδοσία τοῦ Ἰούδα. Λόγος Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

Στήν προδοσία τοῦ Ἰούδα. Λόγος Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

Σάν σή­με­ρα ὁ Κύ­ριός μας Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός πα­ρα­δό­θη­κε ἀ­πό τό μα­θη­τή του στά χέ­ρια τῶν Ἰ­ου­δαί­ων. Ἀλ­λά σύ, ἀ­γα­πη­τέ, ἀ­κού­ον­τας αὐ­τό, μήν κυ­ρι­ευ­τεῖς ἀ­πό θλί­ψη, οὔ­τε νά λυ­πη­θεῖς, ἀ­κού­ον­τας ὅ­τι πα­ρα­δό­θη­κε ὁ Κύ­ριος. Κα­λύ­τε­ρα καί στέ­να­ξε καί δά­κρυ­σε, ὄ­χι γιά τόν Ἰ­η­σοῦ πού πα­ρα­δό­θη­κε, ἀλ­λά γιά τόν Ἰ­ού­δα πού πα­ρέ­δω­σε αὐ­τόν. Δι­ό­τι ὁ Ἰ­η­σοῦς πού πα­ρα­δό­θη­κε ἔ­σω­σε τήν οἰ­κου­μέ­νη, ἐ­νῶ ὁ Ἰ­ού­δας πού τόν πρό­δω­σε ἔ­χα­σε τήν ψυ­χή του. Καί ὁ Ἰ­η­σοῦς πού προ­δό­θη­κε κά­θε­ται στούς οὐ­ρα­νούς στά δε­ξιά τοῦ Πα­τέ­ρα του, ἐ­νῶ ὁ Ἰ­ού­δας πού τόν πρό­δω­σε βρί­σκε­ται τώ­ρα στόν Ἅ­δη, πε­ρι­μέ­νον­τας τήν ἀ­πα­ραί­τη­τη αἰ­ώ­νια τι­μω­ρί­α. Γι’ αὐ­τό στέ­να­ξε, γι’ αὐ­τό δά­κρυ­σε, δι­ό­τι καί ὁ ἴ­διος ὁ Κύ­ριός μας Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός ὅ­ταν εἶ­δε τόν Ἰ­ού­δα τα­ρά­χτη­κε καί δά­κρυ­συ. Δι­ό­τι, λέ­γει, «Ὅ­ταν τόν εἶ­δε τα­ρά­χθη­κε καί εἶ­πε: ἕ­νας ἀ­πό σᾶς θά μέ προ­δώ­σει».

Καί γιά ποι­ό λό­γο τα­ρά­χτη­κε; Σκε­φτό­με­νος, ὅ­τι με­τά ἀ­πό τό­ση δι­δα­σκα­λί­α, με­τά ἀ­πό τό­σες συμ­βου­λές, δέν ἀν­τι­λαμ­βα­νό­ταν σέ ποι­ό γκρε­μό ἔ­σπρω­χνε τόν ἑ­αυ­τό του. Βλέ­πον­τας, λοι­πόν ὁ Κύ­ριος τόν πα­ρα­λο­γι­σμό τοῦ μα­θη­τῆ του καί νοι­ώ­θον­τας εὐ­σπλα­χνί­α γι’ αὐ­τόν τα­ρά­χτη­κε καί δά­κρυ­σε. Τα­ρά­χτη­κε βλέ­πον­τας τήν ὑ­περ­βο­λι­κή ἀ­χα­ρι­στί­α τοῦ μα­θη­τῆ του ἀλ­λά καί γιά νά μᾶς δι­δά­ξει ὅ­τι ἐ­κεί­νους πρέ­πει πρό πάν­των νά θρη­νοῦ­με, ἐ­κεί­νους πού κα­κο­ποι­οῦν καί ὄ­χι ἐ­κεί­νους πού κα­κο­ποι­οῦν­ται. Τα­ρά­χτη­κε καί δά­κρυ­σε, δεί­χνον­τας τή συμ­πά­θειά του πρός τό μα­θη­τή του καί γιά νά δεί­ξει τό μέ­γε­θος τῆς φι­λαν­θρω­πί­ας του, ὅ­τι δη­λα­δή καί μέ­χρι τή στιγ­μή τῆς προ­δο­σί­ας δέν ἔ­παυ­σε νά φρον­τί­ζει γιά τή δι­όρ­θω­ση τοῦ μα­θη­τῆ του. Γι’ αὐ­τό, λοι­πόν, δά­κρυ­σε πι­κρά καί στέ­να­ξε.

Πρό­σε­χε πό­ση εἶ­ναι ἡ μα­κρο­θυ­μί­α τοῦ Κυ­ρί­ου, πό­ση ἡ φι­λαν­θρω­πί­α του. Πῶς δεί­χνει εὐ­σπλα­χνί­α πρός τόν ἀ­χά­ρι­στο, καί δέν θέ­λει νά τόν κά­νει ἀ­δι­άν­τρο­πο. Ἀλ­λ’ ὅ­ταν ἡ ψυ­χή γί­νει ἀ­ναί­σθη­τη καί δέ δέ­χε­ται τόν σπό­ρο τῆς εὐ­σε­βεί­ας, δέν δέ­χε­ται τό­τε οὔ­τε νου­θε­σί­α, οὔ­τε συμ­βου­λή, ἀλ­λά, σκο­τι­σμέ­νη ἀ­πό τό πά­θος ὁ­δη­γεῖ­ται στό γκρε­μό. Γι’ αὐ­τό ἀ­κρι­βῶς οὔ­τε αὐ­τός (ὁ Ἰ­ού­δας) κέρ­δι­σε κά­τι ἀ­πό τήν τό­σο με­γά­λη μα­κρο­θυ­μί­α.

Αὐ­τά τά λέ­ω πρός τήν ἀ­γά­πη σας γιά νά δι­δα­σκό­μα­στε νά μήν ὀρ­γι­ζό­μα­στε ἐ­ναν­τί­ον τῶν ἐ­χθρῶν μας, καί νά δεί­χνου­με πρός αὐ­τούς πε­ρισ­σό­τε­ρη εὐ­σπλα­χνί­α καί νά δα­κρύ­ζου­με
καί νά πο­νᾶ­με γι’ αὐ­τούς. Δι­ό­τι ἐ­κεῖ­νοι εἶ­ναι πού πραγ­μα­τι­κά κα­κο­πα­θοῦν, ἐ­κεῖ­νοι πού μᾶς ἐ­χθρεύ­ον­ται ἄ­δι­κα. Ἄν ἔ­τσι προ­ε­τοι­μά­σου­με τήν ψυ­χή μας, ὥ­στε ὄ­χι μό­νο νά μήν ὀρ­γι­ζε­ται, ἀλ­λά καί νά ὑ­πο­φέ­ρει γι’ αὐ­τούς, θά μπο­ρέ­σου­με σύμ­φω­να μέ τά λό­για τοῦ Κυ­ρί­ου νά προ­σευ­χό­μα­στε γιά τούς ἐ­χθρούς μας, καί ἐ­ξ’ αἰ­τί­ας αὐ­τοῦ θά ἀ­πο­σπά­σου­με με­γά­λη βο­ή­θεια ἀ­πό τόν Θε­ό.

Γι’ αὐ­τό συ­νέ­χεια σᾶς μι­λῶ, γιά νά ὑ­πο­χω­ρή­σει τό πά­θος τῆς ὀρ­γῆς καί νά κα­τα­πρα­ΰ­νει ἡ φλεγ­μο­νή, καί νά εἶ­ναι κα­θα­ρός ἀ­πό ὀρ­γή ἐ­κεῖ­νος πού ἔρ­χε­ται ἐ­δῶ γιά νά προ­σευ­χη­θεῖ. Καί ὁ Χρι­στός δέν προ­τρέ­πει νά τά κά­νου­με αὐ­τά μό­νο ὑ­πέρ τῶν ἐ­χθρῶν, ἀλ­λά καί γιά μᾶς πού συγ­χω­ροῦ­με τ’ ἁ­μαρ­τή­μα­τα ἐ­κεί­νων. Δι­ό­τι ἐ­κεῖ­νος πού συγ­χω­ρεῖ τήν ὀρ­γή στόν ἐ­χθρό κερ­δί­ζει πε­ρισ­σό­τε­ρα πα­ρά δί­νει.

View Comments (0)

Leave a Reply

Your email address will not be published.