Ἡ Μεγάλη Τρίτη ξημερώνει μέ μία ἠσυχία πού δέν εἶναι γαλήνη. Στόν ἀέρα αἰσθάνεσαι μία βαριά ἀναμονή, ὡς ἂν ὁ κόσμος νά κρατᾷ τήν ἀνάσα του, προσμένοντας τά γεγονότα πού ἔρχονται. Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα ξετυλίγεται σιγά-σιγά, ὡς ἕνα δρᾶμα πού μέ κάθε σκηνή βαθαίνει τήν τραγικότητά του.
Τή Μεγάλη Τρίτη ἡ Ἐκκλησία μᾶς φέρνει μπροστά σέ δύο ἰσχυρές εἰκόνες: τήν παραβολή τῶν Δέκα Παρθένων καί τήν ἱστορία τῆς ἁμαρτωλῆς γυναικός πού μέ δάκρυα καί μύρο ἀλείφει τά πόδια τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ τραγική προσμονή
Οἱ Δέκα Παρθένες περιμένουν τόν Νυμφίο. Εἶναι νύχτα, τό φῶς λιγοστεύει, καί ἡ προσμονή γίνεται δοκιμασία. Ἀλλά πέντε ἀπό αὐτές εἶναι ἄμυαλες· δέν ἔχουν φροντίσει γιά τό λάδι στίς λαμπάδες τους, καί ὅταν ὁ Νυμφίος ἔρχεται, τό σκοτάδι τῆς ψυχῆς τους τούς ἀποκλείει ἀπό τόν γάμο. «Κύριε, Κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν!» φωνάζουν, ἀλλά ἡ πόρτα ἔχει κλείσει.
Πόση θλίψη! Πόση ἀπόγνωση νά βλέπῃ κανείς τό φῶς τῆς ζωῆς καί νά μένῃ ἔξω, στήν παγωνιά τοῦ θανάτου! Ἡ παραβολή δέν εἶναι μία ἁπλῆ ἀφηγηματική ἱστορία, ἀλλά ἕνας καθρέφτης πού μᾶς δείχνει πόσο εὔκολα ἡ ζωή μπορεῖ νά χαθῇ μέσα σέ μία στιγμή ἀμέλειας.
Τά δάκρυα πού σώζουν
Κι ἐκεῖ, ἀνάμεσα στή σκοτεινιά τῆς ἀδιαφορίας, ἔρχεται μία γυναίκα. Ἕνα πλάσμα πού ὁ κόσμος τό ἔχει καταδικάσει, πού ἡ κοινωνία τό θεωρεῖ ἀποτυχημένο, μία ψυχή γεμάτη πληγές καί τύψεις. Ἔρχεται στόν Χριστό, χωρίς λέξεις, μονάχα μέ δάκρυα.
Γονατίζει μπροστά στόν Διδάσκαλο. Παίρνει μύρο πολύτιμο, πού θά μποροῦσε νά ποτίσῃ τό δέρμα κάποιου βασιλιᾶ, καί τό ῥίχνει στά πόδια Του. Καί μέ τά μαλλιά της, μέ ὅ,τι πιό ταπεινό ἔχει, σκουπίζει τά πόδια Του. Οἱ παριστάμενοι σκανδαλίζονται. «Δέν ξέρει ὁ Χριστός τί εἶναι αὐτή ἡ γυναίκα;»
Μά ὁ Χριστός ξέρει. Ξέρει πώς τά δάκρυα αὐτά εἶναι πιό ἁγνά ἀπό κάθε προσευχή πού γίνεται δίχως ἀγάπη. Ξέρει πώς ἡ γυναίκα αὐτή δέν ἔχει μονάχα μύρο νά τοῦ προσφέρει, ἀλλά τήν ψυχή της ὁλόκληρη. Καί γι᾽ αὐτό τή συγχωρεῖ.
Ἡ μοναξιά τοῦ Νυμφίου
Καί ὁ Νυμφίος; Ὁ Χριστός, πού ὅλοι προσμένουν; Ἐκεῖνος ξέρει ὅτι ὁ γάμος γι᾽ αὐτόν δέν θά γίνῃ σέ βασιλικές αἴθουσες, ἀλλά στόν Γολγοθᾶ. Τό νυφικό Του θά εἶναι ἕνας πορφυρός μανδύας χλευασμοῦ. Ἡ δόξα Του θά εἶναι ὁ Σταυρός. Καί ὅμως, προχωρεῖ.
Ἡ νύχτα προχωρεῖ. Οἱ ψυχές δοκιμάζονται. Ἡ προσμονή τοῦ Νυμφίου γίνεται γιά ἄλλους σωτηρία καί γιά ἄλλους καταδίκη. Καί ὁ Χριστός προχωρεῖ, ξέροντας ὅτι γιά νά φέρῃ τήν Ἀνάσταση, πρέπει πρώτα νά περάσῃ ἀπό τήν ἔρημο τῆς προδοσίας καί τό ὄρος τοῦ θανάτου.
Ἐμεῖς; Ἐμεῖς τί κρατάμε στά χέρια μας; Μία σβησμένη λαμπάδα; Ἢ ἕνα δοχεῖο μύρο; Ἡ Μεγάλη Τρίτη δέν εἶναι μονάχα ἕνα ἀκόμη βῆμα στήν πορεία πρός τό Πάθος· εἶναι ἡ μεγάλη πρόκληση: νά εἴμαστε ἄγρυπνοι, νά περιμένουμε μέ φῶς στήν καρδιά μας.
Διότι ὁ Νυμφίος ἔρχεται. Ἔρχεται γιά ἐμᾶς. Ἀλλά θά εἴμαστε ἔτοιμοι νά Τόν ὑποδεχθοῦμε;