Η αγία γεννήθηκε σ΄ ένα χωριό του νομού Πέλλας στα τέλη του 18ου αιώνα, τη Σλάτενα, που σήμερα ονομάζεται Χρυσή. Καταγόταν από αγράμματους και φτωχούς γονείς, οι οποίοι αγωνίζονταν σκληρά για να εξασφαλίσουν το καθημερινό τους ψωμί, δουλεύοντας στα χωραφάκια τους. Είχαν ν΄ αναθρέψουν τέσσερις θυγατέρες.
Οι τίμιοι αυτοί βιοπαλαιστές, παρά τον φόβο των Τούρκων κατακτητών, δεν παρέλειψαν να διδάξουν στα παιδιά τους τη χριστιανική πίστη. Ιδιαίτερα η κόρη τους, η Χρυσή, κορίτσι χαριτωμένο, αγάπησε πολύ τον Χριστό. Θαύμαζε τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και τους Νεομάρτυρες της εποχής της, καθώς άκουγε τα φρικτά βάσανά τους και το μαρτυρικό τους τέλος.
Κάποτε την αξίωσε ο Θεός να βαδίσει κι αυτή τον δρόμο του μαρτυρίου. Μια μέρα που πήγε μαζί με άλλες κοπέλες να μαζέψει ξύλα, ένας νεαρός Τούρκος, σαγηνεμένος από την ομορφιά της, της έστησε καρτέρι και την αιχμαλώτισε. Άρχισε να την κολακεύει και να της υπόσχεται πολλά, αν τούρκευε και γινόταν γυναίκα του. Τη θερμοπαρακαλούσε, της έταζε πλούτη και καλοπέραση. Απειλούσε να την τιμωρήσει σκληρά, αν δεν υπάκουε. Η Χρυσή, όμως, όνομα και πράμα, του είπε: «Εγώ τον Χριστό μου πιστεύω και προσκυνώ και Αυτόν μόνο γνωρίζω για νυμφίο μου και δε θέλω ποτέ να τον αρνηθώ κι αν μύρια μου κάνετε βάσανα, κι αν ακόμα με κάνετε κομματάκια».
Τότε ο νεαρός την παρέδωσε σε κάποιες Τουρκάλες, οι οποίες μηχανεύτηκαν διάφορους σατανικούς τρόπους, για να της αλλάξουν γνώμη. Όμως δεν τα κατάφεραν ούτε κι αυτές. Ακόμα και τους γονείς και τους συγγενείς της κάλεσαν, για να την παρακινήσουν ν΄ αλλάξει θρησκεία. «Σπλαχνίσου τον εαυτό σου κι εμάς, της έλεγαν. Αρνήσου τον Χριστό φαινομενικά. Δεν βλέπεις που κινδυνεύουμε να χαθούμε κι εσύ κι εμείς;». Η Χρυσή όμως δεν κάμφθηκε. Άκουγε μόνο τη φωνή της καρδιάς της. Στους γονείς της και στις αδελφές της απαντούσε: «Αντί για σας στο εξής θα έχω πατέρα τον Θεό, μητέρα την Παναγία, αδερφούς τους αγίους και τις αγίες».
Αφού περνούσε ο καιρός και δεν κατόρθωνε ο Τούρκος να την κάνει γυναίκα του, άλλαξε τελείως συμπεριφορά. Άρχισε να την ξυλοκοπά ανηλεώς καθημερινά επί τρεις μήνες. Η νεαρή κόρη υπέμεινε αγόγγυστα τους φρικτούς πόνους. Κι αφού πάλι το άγριο θηρίο δεν πέτυχε τον σκοπό του, μαζί με άλλους Τούρκους την έγδαραν και της πέρασαν πυρακτωμένο σουβλί από το ένα αυτί στο άλλο. Η Αγία όμως έμεινε αβλαβής. Τέλος την κρέμασαν από μια αγριαχλαδιά και της έκοβαν ένα-ένα τα μέλη. Έτσι, στις 13 Οκτωβρίου του 1795 παρέδωσε την ψυχή της στον Χριστό, που τόσο αγάπησε.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Σκεῦος χρύσεον, τῆς παρθενίας, καὶἀκήρατος, νύμφη Κυρίου, ἐχρημάτισας Χρυσῆ καλλιπάρθενε· τὴν γὰρ ἁγνείαν ἀμέμπτως φυλάττουσα, ὐπὲρ Χριστοῦ θεοφρόνως ἐνήθλησας· Μάρτυς ἔνδοξε, ἱκέτευε τὸν Νυμφίον σου, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἁγία Νεομάρτυς Χρυσῆ ἐκ Μογλενῶν
13 Ὀκτωβρίου
Ἅγιοι ὑπάρχουνε πολλοὶ εἰς τὴν Ὀρθοδοξία τοὺς ἀγνοοῦν οἱ χριστιανοὶ γιορτάζει ἡ Ἐκκλησία. Ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς μάρτυρες ἦταν καὶ ἡ Ἁγία Ὅποιος διαβάσῃ βίον της δὲν θὰ τὸ μετανιώσῃ Στὴν ἐπαρχία Μογλενῶν γεννήθει ἡ Ἁγία Χρυσὴ τὸ ὀνομάσανε Ἁγίας τὸ χωριό της Εἶχε γονεῖς ἀγράμματους ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες Ζοῦσαν μὲ τὸν ἱδρώτα τους νὰ βγάλουν τὸ ψωμί τους Μὰ ἡ Χρυσὴ ξεχώριζε διὰ τὴν ὀμορφιά της Στὸν Παντοδύναμο Θεὸ εἶχε μεγάλη πίστι Ἀπὸ Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ τὴν πίστι δυναμώνει ποὺ ἔλεγε ὁ Ἅγιος τὴν πίστι νὰ τηρήσουν Ἐζοῦσε τότε ἡ Χρυσὴ λευκότατη σὰν κρίνο Εἶχε πολλὰ χαρίσματα λάμψη στὸ πρόσωπό της Εἷς Τοῦρκος τὴν ἐκοίταξε ποὺ πέρασε μπροστά του Τὴν ἐρωτεύτηκε τρελὰ καὶ ἤθελε νὰ ζήσῃ Χρυσὴ ἐπῆγε στὸ βουνὸ ξύλα γιὰ νὰ μαζέψει Μαζὶ μὲ ὁμοθρήσκους του σὲ μιὰ τοποθεσία Ἡ μάρτυς ἀντιστάθηκε τὴν ὁδηγοῦν στὸ σπίτι Ἠθέλησε ὁ ἄπιστος μὲ λόγια νὰ τὴν πείσει Ἐὰν δὲν ἐδεχότανε νὰ γίνῃ σύζυγός του Μὰ ἡ Χρυσὴ ποὺ ἦταν χρυσὴ στὸ ὄνομα καὶ στὸ πράγμα Εἶπε μὲ γενναιότητα ἀλλὰ καὶ παρρησία Καὶ ἂν τὸ κομματιάσετε τὸ ἰδικόν μου σῶμα Εἰς τὶς Τουρκάλες μάγισσες τὴν εἶχαν ὁδηγήσει Μάγια δὲν τὴν πειράξανε ἐτότε τὴν Ἁγία Τοὺς συγγενεῖς της κάλεσαν διὰ νὰ λάβουν θέση Γονεῖς της τότε καὶ ἀδελφὲς ἐπῆγαν στὴν Ἁγία Ἐδάκρυσαν τὰ μάτια τους ἀπὸ τὰ παρακάλια Ἡ ὥρα ἦταν κρίσιμη γιὰ τὴν Χρυσὴ ἐτότες Καὶ ἡ Χρυσὴ στὶς ἀδελφὲς μιλεῖ καὶ στοὺς γονεῖς της Μοῦ λέτε νὰ ἀρνηθῶ Χριστὸν δὲν εἶστε πιὰ γονεῖς μου Εἰς τὸ ἑξῆς ἀντὶ γιὰ σᾶς Θεὸ θὰ ῾χω πατέρα Ἔτσι τοὺς ἀπομάκρυνε ἐτότε ἡ Ἁγία Ὁ ἐραστὴς ποὺ ἔβλεπε ἄρνηση στὴν Ἁγία Τὴν γδέρναν τότε ζωντανὴ λωρίδες εἶχαν κρεμάσῃ Μέσ᾿ στὸ αὐτὶ τῆς ἔβαλαν σουβλὶ πολὺ μεγάλο Ὁ Θεὸς τὴν εἶχε ζωντανὴ νὰ βλέπουν οἱ βαρβάροι Οἱ τύραννοι δὲν χόρτασαν αἱμοβόροι σὰν θηρία Σὰν εἶδαν πὼς νικήθηκαν ἀπὸ μικρὴ κοπέλα Σὲ ἕνα δέντρο τὴν κρεμοῦν καὶ πιάνουν τὰ μαχαίρια Ἔπειτα ἀπὸ βάσανα σκληρὰ ποὺ εἶχε στὴ ζωή της Τὰ Ἅγια της λείψανα κρυφὰ τὰ εἶχαν πάρει Δέκα καὶ Τρίτη του μηνὸς ἤτανε Ὀκτωβρίου Στὴν πρόσκαιρη ἐδῶ ζωὴ μαρτύρησε ἡ Ἁγία Χρυσὴ μὲ γενναιότητα ἔδειξε παρθενία Ψηλὰ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ φωτίζει νεολαία Νὰ πάρουνε παράδειγμα νέοι στὴν ἡλικία Ἁγία Νύμφη τοῦ Χριστοῦ κάνε γιὰ μᾶς πρεσβεία |