Τό ἐρειπωμένο σήμερα μονύδριο τοῦ Τιμίου Προδρόμου κεῖται σέ χαμηλό βράχο νοτιοδυτικά τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀναπαυσᾶ. Ἀπό ὑψηλότερα σημεῖα γειτονικῶν βράχων διακρίνει κανείς καί σήμερα τό περίγραμμα τοῦ μικροῦ μοναστηριακοῦ συγκροτήματος καί τήν στέρνα.
* * *
Παλαιότερη μνεία: Δέν μᾶς εἶναι γνωστός ὁ κτίτορας καί τό ἔτος ἱδρύσεως τοῦ μονυδρίου. Πρώτη μνεία περί τοῦ Τιμίου Προδρόμου γίνεται στό ‘Χρονικό τῶν Μετεώρων’[1], ὅπου ἀναφέρονται τά ἑξῆς: «Τούτου γὰρ τοῦ κυρίου Ἰωάσαφ (τοῦ βασιλέως) αἰτησαμένου παρὰ τοῦ ἐπισκόπου Σταγῶν καὶ τοῦ πρώτου τῆς σκήτεως τὸν πύργον τῆς Δουπιανῆς, ὃς ἐστιν εἰς τὸν λίθον τοῦ Προδρόμου, ἐδόθη αὐτῷ διὰ κηροδοσίας καὶ ἔσχον οἱ Μετεωρῖται τὸ Ἀχούριον αὐτῶν ἕως εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Λαρίσσης κῦρ Διονυσίου».
Δηλαδή οἱ Μετεωρίτες πατέρες ἐπί βασιλέως-μοναχοῦ Ἰωάσαφ (τέλ. 14ου – ἀρχ. 15ου αἰ.) ἔλαβαν τόν πύργο τῆς Δούπιανης, πού ἦταν κτισμένος στόν βράχο τοῦ Προδρόμου, καί δημιούργησαν τό παρακείμενο μικρό ἀχούριο ἔξωθι τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Αὐτό τό κράτησαν μέχρι τήν κοίμηση τοῦ μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου († 1510), προσφέροντες ὡς ἐτήσιο φόρο στήν Σκήτη τῆς Δούπιανης τρεῖς λίτρες κεριοῦ.
* * *
Ἱστορική ἐξέλιξη τοῦ μονυδρίου: Κατά τό ἔτος 1510/11 μέ τήν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου τοῦ Μεγάλου Μετεώρου Γερασίμου ἐγκαταθίστανται στόν ‘Στύλο τοῦ Τιμίου Προδρόμου’ γιά μιά ἑπταετία οἱ εὐλογημένοι κτίτορες τῆς μονῆς Βαρλαάμ ἅγιοι Θεοφάνης († 1544) καί Νεκτάριος († 1550), οἱ Ἀψαράδες. Τό σημειώνουν οἱ ἴδιοι στά αὐτοβιογραφικά τους σημειώματα. «Ἐξεύγημεν ἀπὸ τὸ νησὶ τῶν Ἰωαννίνων καί ἤλθαμεν εἰς τὴν σκῆτιν τοῦ ἱεροῦ Μετεώρου· καὶ ἐκαθήσαμεν εἰς τὸν στύλον τῆς μονῆς τοῦ Προδρόμου ἔτους ͵ζιθ΄[=1510/11]»[2].
Οἱ αὐτάδελφοι κτίτορες Θεοφάνης καί Νεκτάριος λόγῳ στενότητας τοῦ χώρου καί ἀκαταλληλότητας τοῦ κλίματος κατά τό ἔτος 1517/8, ἀφοῦ ἤδη εἶχαν ἀποκτήσει τούς πρώτους ὑποτακτικούς, ἀπεχώρησαν ἀπό τόν Τίμιο Πρόδρομο καί ἀνέβηκαν στόν εὐρύχωρο βράχο τοῦ Βαρλαάμ.
Στόν κώδ. ὑπ’ ἀριθ. 53, τοῦ Μεγάλου Μετεώρου (16ου αἰ.) στό φ. 124vὑπάρχει ἡ σημείωση: «Ἐτοῦτο τό χαρτί εἶναι τοῦ Προδρόμου»[3] (ΟΔ),καί στό τελευταῖο φύλλο τοῦ ἰδίου κώδικα «τοῦ Προδρόμου» (φ. 192v). Κατά πᾶσα πιθανότητα ὁ κώδικας ἦταν κτῆμα τοῦ μικροῦ αὐτοῦ μονυδρίου.
Στό γνωστό ‘Κατάστιχο διὰ τὴν ἀποκοπὴν κελλιωτῶν’ δέν ἀναφέρεται ἡ μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἴσως διότι δέν εἶχε τότε μοναχούς.
Στά μέσα τοῦ 17ου αἰώνα, στήν γνωστή ζητεία τῶν μετεωρικῶν μοναστηριῶν πού ἀπευθύνονται στόν ἡγεμόνα τῆς Μολδοβλαχίας Ἰωάννη Βασίλειο Lupu (1634-1653), ἀναφέρονται ὄγδοοι στήν σειρά «οἱ εἰς τὸν Τίμιον Πρόδρομον καὶ Βαπτιστὴν»[4] πατέρες. Καί ὑπογράφει«ὁ καθηγούμενος τῆς θείας καὶ ἱερᾶς μονῆς τοῦ Προδρόμου Ἀντώνιος ἱερομόναχος».
Ὁ μοναχός Βασίλειος Μπάρσκυ στά 1745 σχεδίασε τό μοναστηράκι τοῦ Προδρόμου κάτω ἀπό τόν Ἅγιο Νικόλαο τόν Ἀναπαυσᾶ καί ἔθεσε τόν τίτλο: «Τό ἀσκητήριον τοῦ Τιμίου / Προδρόμου ἔρημον»[5].
Στά 1782 ὁ Ἐλασσονίτης μοναχός Παρθένιος στήν πολλάκις μνημονευθεῖσα χαλκογραφία τῶν Μετεώρων, ζωγραφίζει ἐπί τοῦ βράχου τήν μονή τοῦ Ἁγίου Προδρόμου μέ ἀρκετά κτίσματα, ναό καί κελλία.
Σήμερα τό ἐρειπωμένο μονύδριο εἶναι μετόχι τῆς ἱερᾶς μονῆς Βαρλαάμ. Ἡ παραχώρηση ἔγινε μέ τήν ὑπ’ ἀριθ. 57/1.2.1995 πράξη τοῦ σεβασμιωτάτου μητροπολίτη Σταγῶν καί Μετεώρων κ. Σεραφείμ. Ἡ δραστήρια ἀδελφότητα τοῦ Βαρλαάμ ἔχει πρόγραμμα ἐν εὐθέτῳ καιρῷ νά τό ἀνοικοδομήσει, ἐφ’ ὅσον ἐπ’ αὐτοῦ γιά μιά ἑπταετία ἐβίωσαν οἱ ἅγιοι κτίτορές τους.
[1] Rigo, Χρονικὸν τῶν Μετεώρων, σ. 130.
[2] Κώδ. ὑπ’ ἀριθ. 127, μονῆς Βαρλαάμ, φ. 704r.
[3] Βεη, Τά χειρόγραφα τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως, σ. 76, [κώδ. ὑπ’ ἀριθ. 53, φ. 192v, 124v].
[4] Βέη, «Συμβολή», σ. 236νε-236νστ, 279-283, ἀρ. 9.
[5]Barsky, Stranstvovanija,σ. 129. Περί τῆς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, βλ. καί Ουσπένσκυ, Χριστιανική Ἀνατολή, σ. 227-229.